Οι άρχοντες πρέπει στο τέλος να λογοδοτούν!

on .

Πολλαπλά τα ερεθίσματα γύρω μας για προβληματισμό! Πολλά και τα παράδοξα! Ή μήπως όχι, ιδιαίτερα αναφορικά με αυτόν τον τόπο και με αυτόν τον λαό; Φαίνεται ότι δεν διδασκόμαστε τίποτα από το ιστορικό παρελθόν μας. Μήπως, όμως, το γνωρίζουμε, για να γίνει το πάθος μάθος; Ούτε ο λαός στην συντριπτική πλειοψηφία του ούτε οι πολιτικοί άρχοντες ούτε βέβαια, ακόμα χειρότερα, οι νέοι μας που αύριο θα είναι οι ηγέτες αυτού του τόπου.
Ενώ ο διχασμός είναι η κατάρα του έθνους, από την εποχή του Τρωικού πολέμου, διχασμός που συρρίκνωσε την έκταση του Ελληνικού κράτους και που οδήγησε στη Μικρασιατική καταστροφή και στην Τουρκική εισβολή και κατοχή στην Κύπρο, που σπατάλησε ανά τους αιώνες τις πιο ακμαίες δυνάμεις του έθνους στον αλληλοσκοτωμό και την αλληλοεξόντωση, συνεχίζουμε στον ίδιο δρόμο και αδυνατούμε να ενεργήσουμε συνετά, συλλογικά και συνεργατικά, σεβόμενοι οι μεν τους δε. Αντιθέτως, καλλιεργούμε την κομματική μισαλλοδοξία, ωσάν όσοι ανήκουν σε άλλο κόμμα να είναι εχθροί μας. Ενεργούμε με βάση το ατομικό ή το κομματικό συμφέρον, μη αντιλαμβανόμενοι ότι, αν η χώρα ευημερεί, ευημερούν και οι πολίτες, και αν η χώρα δυσπραγεί, ταλαιπωρείται κα υποφέρει και ο καθένας ξεχωριστά.
Αδυνατούμε να αντιληφθούμε ότι το συμφέρον του συνόλου είναι και δικό μας, ατομικά, συμφέρον. Και οι άρχοντες αυτού του τόπου, αντί να θέτουν το συμφέρον της χώρας και του λαού γενικώτερα υπεράνω των ατομικών και κομματικών ή ιδεολογικών σκοπιμοτήτων, πράττουν ακριβώς το αντίθετο. Κατάντησαν την εξουσία τρόπο ικανοποίησης προσωπικών φιλοδοξιών και οικονομικού προσωπικού οφέλους, με συνέπεια το αβυσσαλέο χάος μεταξύ αρχόντων και αρχομένων.
Η λαϊκή κυριαρχία και το εὖ ζῆν των πολιτών, τα οποία υποτίθεται ότι πρέπει να έχουν ως πυξίδα των πράξεών τους, είναι η πεμπτουσία της δημοκρατίας. Η περιφρόνησή τους συνιστά ουσιαστικά ολοκληρωτική νοοτροπία, η οποία δύναται εύκολα να εκδηλωθεί στα πλαίσια του παρόντος πολιτικού συστήματος, όπου η διάκριση των εξουσιών είναι προβληματική έως ανύπαρκτη και οι βουλευτές ως άβουλα όντα και ως ποίμνιο ακολουθούν τον εκάστοτε αρχηγό τους. Εξίσου αντιδημοκρατική είναι η πολιτική του λαϊκισμού και της δημαγωγίας, η οποία και πάλι, αντί να εξυπηρετήσει τα καλώς νοούμενα συμφέρονται του λαού, εξυπηρετεί ιδιοτελείς σκοπούς των κυβερνώντων.
Το μέγιστον κακόν σε ένα κράτος είναι εκείνο που το διασπά και το κάνει να φαίνεται ότι είναι πολλά, αντί ένα, και το μέγιστον αγαθόν είναι αυτό που συνδέει τους πολίτες μεταξύ τους με τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι ένα, σύμφωνα με τον Πλάτωνα. Ποιο είναι αυτό που διασπά το κράτος; Αυτό που ονομάζουμε, λέει και πάλι ο Πλάτων, «τὸ ἐμόν» (=το δικό μου), το οποίον βέβαια είναι διαφορετικό από άτομο σε άτομο, αντί του συνδετικού «τὸ ἡμέτερον» (= το δικό μας, του συνόλου το συμφέρον).
Δεν είναι δυνατόν να λαμβάνονται αποφάσεις π.χ. μεγίστης εθνικής, κοινωνικής και οικονομικής σημασίας, συχνά αντίθετες με τη βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού. Είναι προφανής ένδειξη υπεροψίας και ύβρεως να νομίζει π.χ. ο εκάστοτε πρωθυπουργός ότι η γνώμη του βαρύνει περισσότερο από τη γνώμη εκατομμυρίων πολιτών. Στη δημοκρατία οι εκπρόσωποι του λαού θα πρέπει να σέβονται και να ενεργούν σύμφωνα με τη βούλησή του. Και ο μοναδικός τρόπος διαπίστωσης της βουλήσεώς του είναι τα δημοψηφίσματα, τα οποία σήμερα με τα ηλεκτρονικά μέσα που είναι στη διάθεσή μας, διευκολύνουν τα μέγιστα στη διεξαγωγή τους.
Παραδείγματα της ανωτέρω αναφερομένης αλαζονικής και ιδιοτελούς συμπεριφοράς υπάρχουν πολλά και από το πρόσφατον παρελθόν και από το παρόν:
1) η λεγόμενη «συμφωνία των Πρεσπών» για το Μακεδονικό, που είναι αντίθετη με τη βούληση της πλειοψηφίας. Γενικώτερα, η άσκηση μυστικής «προσωπικής» εξωτερικής πολιτικής και η παρουσίαση τετελεσμένων εν αγνοίᾳ των υπολοίπων κομμάτων, τα οποία (τετελεσμένα) συχνά έρχονται σε ακραία αντίθεση με τη βούληση του κυρίαρχου λαού.
2) η υποστήριξη της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση από όλα τα κόμματα, πολιτική που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα.
3) Η συμφωνία του αρχιεπισκόπου με τον πρωθυπουργό για τον χωρισμό εκκλησίας και κράτους, η οποία έρχεται σε αντίθεση με την εκπεφρασμένη βούληση των πολιτών, οι οποίοι δηλώνουν κατά 95% χριστιανοί ορθόδοξοι. Είναι δημοκρατικό η μειοψηφία 4% του σκληρού πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ να επιβάλλει τις όποιες ιδεοληψίες της στους πολίτες;
4) Η προτεινόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, η οποία αντί να γίνει σε κλίμα ήρεμο και με διάλογο με όλα τα πολιτικά κόμματα – και όχι μόνο, θα λέγαμε εμείς, αλλά με τη συμμετοχή κορυφαίων συνταγματολόγων και εκπροσώπων από όλες τις κοινωνικές τάξεις και επιστημονικούς συλλόγους – γίνεται αντικείμενο κομματικής εκμετάλλευσης από το κυβερνών κόμμα και τον Τσίπρα σε κλίμα διχαστικό και μισαλλόδοξο.
5) Οι «μεταρρυθμίσεις» στην παιδεία, οι οποίες γίνονται «στο πόδι» και με βάση και πάλι τις κομματικές αριστερές ιδεοληψίες, που οδηγούν στην περαιτέρω καταβαράθρωση του μορφωτικού επιπέδου. Η παιδεία, όπως και άλλοι τομείς της δημόσιας ζωής, δεν θα έπρεπε να είναι χώρος πολιτικών αντιπαραθέσεων και επιβολής ιδεοληψιών, αλλά ως ένας πολύ ευαίσθητος τομέας είναι απολύτως απαραίτητο να αντιμετωπίζεται συναινετικά και οι όποιες αλλαγές απαιτούνται να γίνονται με πολύ μεγάλη σκέψη και φειδώ και να ισχύουν για τουλάχιστον μια δεκαπενταετία.
6) Ο περιβόητος «νόμος Παρασκευόπουλου», με βάση τον οποίον ειδεχθείς εγκληματίες, ακόμα και τρομοκράτες που έχουν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη, αφήνοντα ελεύθεροι στην κοινωνία, αμετανόητοι, για να συνεχίσουν με κάποιον τρόπο το έργο τους.
7) Η ανοχή στη βία, όταν προέρχεται από άτομα και ομάδες που η ιδεολογία τους συμπίπτει ή εφάπτεται της ιδεολογίας του κυβερνώντος κόμματος.
Δυστυχώς, όλοι μιλούν για κράτος δικαίου και δημοκρατία, αλλά αυτά φαίνεται ότι είναι μάλλον ουτοπία και ψευδαίσθηση. Κατ’ αρχήν σε μια δημοκρατία, υπάρχει πλήρης και σαφής διαχωρισμός των τριών εξουσιών, της δικαστικής, της εκτελεστικής και της νομοθετικής. Δεύτερον, αυτονόητη είναι η ευθύνη όσων ασκούν εξουσία. Και αυτή δεν μπορεί να είναι μόνον πολιτική, αλλά και ποινική. Δυστυχώς, δεν εφαρμόζεται ένας σημαντικός θεσμός της αρχαίας Αθηναϊκής δημοκρατίας: κάθε άτομο που ασκούσε εξουσία έπρεπε στο τέλος να λογοδοτήσει για τη διαχείρισή της σε ειδικό προς τούτο σώμα λογιστών, ώστε να διαπιστωθεί αν καταχράστηκε την εξουσία προς ίδιον όφελος, και η τιμωρία ήταν αυστηρότατη σε περίπτωση που διαπίστωναν χρηματισμό ή άλλες βλαπτικές για το κράτος ενέργειες.
Συνεπώς, το να ελεγχθεί ένας πρωθυπουργός ή υπουργός ή οποιοσδήποτε άλλος που άσκησε εξουσία, θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο. Η ατιμωρησία οδηγεί στην ανευθυνότητα και η ανευθυνότητα στην καταστροφή. Μια και γίνεται λόγος για αναθεώρηση του Συντάγματος, είναι η ώρα να ενσωματωθούν κάποιες πρόνοιες εμπνευσμένες από τα όσα ίσχυαν στην αρχαία Αθηναϊκή δημοκρατία, όπως αυτό που αναφέραμε πιο πριν.
Η δημαγωγία δεν μπορεί να συγκαλύψει τις ευθύνες, ούτε βέβαια η σιωπή. Ο λαός απαιτεί ισονομία, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, επομένως απόδοση ευθυνών κα τιμωρία των ενόχων για την τραγική κατάσταση της χώρας, όποιοι και να είναι αυτοί, είτε τέως είτε και τωρινοί. Και αυτό είναι ανάγκη να γίνεται όχι από προσωπικές ή κομματικές αντιπαλότητες, αλλά ως θεσμός που πρέπει να ισχύει για όλους και πάντοτε, χωρίς συγκαλύψεις και χωρίς προκαταλήψεις.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΤΣΟΥΡΗΣ