Το θαύμα των Αιώνων...

on .

Πριν από πολλά χρόνια το περιοδικό «Λάϊφ» της Νέας Υόρκης εδημοσίευσε σειρά άρθρων με τον παραπάνω τίτλο αφιερωμένα στην τέχνη των αρχαίων Ελλήνων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στρατιά ολόκληρη, δημοσιογράφων, συμβούλων, ελληνιστών, καθηγητών πανεπιστημίου, φωτογράφων και τεχνικών εργάστηκε με αγάπη για να προβληθεί η Ελλάδα, της αρχαίας αλλά και της νεώτερης εποχής στα πέρατα της οικουμένης.
Στο τελευταίο τεύχος αφιερώνονται δεκαέξι σελίδες στην ελληνική τέχνη, της οποίας τα δημιουργήματα θεωρούνται δώρα ομορφιάς στην ανθρωπότητα.
Στις σελίδες αυτές απεικονίζονται αγάλματα, πήλινα αγγεία και δύο τμήματα δύο διαφορετικών ζωοφόρων του Παρθενώνα. Το ένα από αυτά τα τμήματα ανήκει σε διάζωμα 500 ποδών μήκους – ή ζωοφόρου – που ήταν στην εσωτερική κιονοστοιχία του ναού και θεωρείται το πλέον επιβλητικό αριστούργημα κλασσικής γλυπτικής που έχει ποτέ λαξευθεί επάνω στο μάρμαρο. Το άλλο εξεικονίζει σύμπλεγμα αρμονικά τριών θεών, ακέφαλο όμως, ανήκει δε στα αέτωμα του Παρθενώνα. Αναφέρεται λεπτομερώς ή ιστορική «περιπέτεια» των τμημάτων αυτών, τα οποία πήρε από την Ακρόπολη, επί Τουρκοκρατίας, το 1803, ο Άγγλος πρέσβης, λόρδος Έλγιν και από τότε κοσμούν το Βρεττανικό Μουσείο του Λονδίνου... «ενώ θα έπρεπε να είχαν επιστραφεί, μαζί με άλλα «μάρμαρα», στους Έλληνες, που τα εζήτησαν επανειλημμένως».
Το ελληνικό πνεύμα κινείται πλέον στην εποχή μας σαν ένας υπόγειος, απέραντος ποταμός, αόρατος και συχνά δίχως να ανακαλύπτεται, σε μία όμως περιοχή κυριολεκτικά ξεχειλίζει στη επιφάνεια, στην περιοχή της Τέχνης. Με τα αριστουργήματά τους, τα οποία έπλασαν με μάρμαρο, πηλό και ορείχαλκο, οι Έλληνες άφησαν μία μαρτυρία του μεγαλείου τους, η οποία είναι τόσο συντριπτική για όλους εμάς τους σύγχρονους, με την απαράμιλλη «φυσική παρουσία» της, αναφέρει ο συντάκτης σχετικού αρθριδίου. Είναι καταπληκτικό, ότι κατόπιν χιλιάδων χρόνων, κατά τους οποίους η τότε παγκόσμια Τέχνη επαναλάμβανε τα ίδια, απλές, συμβατικές μορφές, η ελληνική μεγαλοφυΐα διέσπασε τον κλοιό της συμβατικότητας αυτής και έφθασε στην απόλυτη κυριαρχία της Γλυπτικής, της ζωντανής μορφής. Η κυριαρχία αυτή δεν γεννήθηκε αυθόρμητα.
Η Ελληνική Τέχνη δανείστηκε από το παρελθόν, από τους Αιγύπτιους και συνεχώς εξελίσσονταν με το πνεύμα των καιρών. Κατά την εποχή όμως, της δόξας των Αθηνών έφθασε σ’ ένα βαθμό τελειότητας, ο οποίος έκτοτε έμεινε ως μέτρο, ως κανόνας, ο λεγόμενος «κλασικός».
Καλλιτέχνες πολλές φορές επαναστάτησαν εναντίον αυτού του κανόνα, αλλά οι κλασικές αρχές της Αρμονίας και της Συμμετρίας δεν έχουν υποσκελισθεί ποτέ.
Η ποίηση των πήλινων αγγείων, που είδαμε σε ολοσέλιδη εικόνα, τέρπουν την όραση με την άφθαστη, την λεπτολόγο αναλογία των γραμμών τους. Οι αρχαίοι Αθηναίοι ζωγράφοι ήταν τόσο φημισμένοι, όσο και οι συμπολίτες τους γλύπτες. Οι τοιχογραφίες εσυνηθίζονταν πολύ. Φυσικά εκείνες έχουν καταστραφεί, αλλά σαν αντίλαλοί τους έμειναν οι μινιατούρες τους... οι αναπαραστάσεις των πήλινων αγγείων και άλλων οικιακών σκευών.
Αυτές κρατούν την πρωτοπορία της ζωγραφικής τέχνης του Δυτικού Κόσμου και εξακολουθούν να μας γοητεύουν με την χάρη τους και να μας θυμίζουν την ήρεμη μουσικότητα μιάς από τις ωραιότερες ωδές του Κήτς... (Άγγλος ποιητής 1796 -1821)
Η κομψότητα της ελληνικής λιτότητας γενήθηκε, όταν η Αθήνα ήταν ακόμη νεαρή πολιτεία. Προτού «γνωριστεί» με τους Πέρσες, προτού συνειδητοποιήσει τον υψηλό σκοπό της και τη σοβαρότητα της αποστολής της. Για τούτο, άλλωστε, τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα εκείνης της περιόδου αντανακλούν μία χαρά της ζωής, έχουν μία πνοή ανοιξιάτικη και μία φινέτσα αριστοκρατική. Αλλά ήρθε ο Τέταρτος Αιώνας και άρχισαν να πνέουν «άλλοι» άνεμοι... Η Γλυπτική τότε ανακάλυψε την μελαγχολία, το συναίσθημα, την ψυχολογική έγκλιση, το mood των Αγγλοσαξόνων. Καθώς η πολιτεία των Αθηνών είχε χάσει πλέον της αίγλη της, οι κάτοικοί της εστράφησαν προς τα «έσω». Η Τέχνη εκείνης της εποχής εκφράζει τη νέα ψυχολογική διάθεση των ανθρώπων. Αυτή τη διάθεση αργότερα κατά τους χρόνους του Μεγ. Αλεξάνδρου, η πολύ γνωστή και στην εποχή μας διάθεση της ανησυχίας και του φόβου...
Τμήμα ενός τεράστιου διαζώματος εικονιζόμενο ολοσέλιδα με την... «πληροφορία» ότι ανήκει στο Μουσείον Περγάμου στο Ανατολικό Βερολίνο, έργο αγνώστου γλύπτη της αρχαίας Περγάμου στην Ιωνία (Μικρά Ασία) κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους της, το 180 π.Χ. εξεικονίζει τα ανάγλυφα ανθρώπινα σώματα με καταφανώς βίαιες τις συσπάσεις των μυώνων τους και με πρόσωπα που καθρεφτίζουν τον φόβο, τον πόνο και την αγωνία. Πρόκειται για ένα θέμα της παραδόσεως. «Η πόλη των θεών και των Γιγάντων», το οποίο είχε λαξευθεί και σε προγενέστερους χρόνους, δίχως όμως να έχει δραματοποιηθεί τόσο, όσο με το διάζωμα του ναού του Δία της αρχαίας Περγάμου. 
Την εποχή της ανησυχίας και του φόβου διαδέχθηκε η εποχή του ωμού ρεαλισμού. Στο Εθνικό Μουσείο της Ρώμης υπάρχει το ορειχάλκινο άγαλμα ενός πυγμάχου, χρονολογίας 50 π.Χ. «Απολλώνιος ο Αθηναίος» ο δημιουργός του. Με το άγαλμα αυτό σημειώνεται ένας από τους τελευταίες θριάμβους της ελληνικής Γλυπτικής, προτού περιπέσει στην βαθειά, τελειωτική της σιωπή.
Ωστόσο, το άγαλμα δεν μας θυμίζει τίποτε από την θεϊκή της ομορφιά, χάρη και τελειότητα των αγαλμάτων προγενέστερων εποχών. Παρουσιάζει τον πυγμάχο σε στάση αναπαύσεως, καθισμένο, μεταξύ δευτέρου και τρίτου γύρου προφανώς! Με ξεσκισμένο το πρόσωπό του θυμίζει περισσότερο το επαγγελματικό «σφαγείο» του Κολοσσαίου (της Ρώμης), παρά την νεανική εκείνη άμιλλα στους στίβους της Ολυμπίας. Ο άγριος ρεαλισμός του ασφαλώς θα είχε ικανοποιήσει τους Ρωμαίους που θα το είχαν παραγγείλει, καθώς ήταν κύριοι της Ελλάδος (Ρωμαιοκρατία). Αλλά η φυσιογνωμία του πυγμάχου μας δείχνει και «κάτι», που έκαμε την εμφάνισή του μόνον αργότερα μέσα στην Τέχνη της ελληνικής Γλυπτικής. Την ατομική προσωπικότητα. Το δασύτριχο κεφάλι του αγάλματος μας διοχετεύει καθώς το κοιτούμε, μία κάποια συγκίνηση, είναι στραμμένο έτσι, σαν για να ρωτήσει: «Τι έγιναν οι ευγενικές χαρές του παρελθόντος;»
Τελευταίο εικονίζεται ολοσέλιδο το άγαλμα της Νίκης της Σαμοθράκης, 190 π.Χ. Λούβρο, Παρίσι. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς στο φτερωμένο αυτό, ακέφαλο (δυστυχώς) αριστούργημα! 
Βλέποντας την ελευθερωμένη από την στάση του αγάλματος, μπορεί κανείς να πει ότι είναι ένα σύμβολο της αιώνιας νίκης του Ελληνικού Πνεύματος!..
Είδαμε πόσο θαυμάζουν οι ξένοι την ανεπανάληπτη τέχνη που εδημιούργησαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας, όταν στην Ευρώπη ήταν άγνωστη και η λέξη ΤΕΧΝΗ.

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ