Η «Ηπειρωτική Εταιρεία» και οι απλοί αγωνιστές της…

on .

Είναι γνωστό ότι σημαντικό και σπουδαίο ρόλο στο έπος του Μπιζανίου (1912-1913) έπαιξε η «Ηπειρωτική Εταιρεία», δηλαδή, η Φιλική Εταιρεία της Ηπείρου, που ιδρύθηκε το 1906. Η οργάνωση και η δομή της είχε ως πρότυπο τη Φιλική Εταιρεία, η οποία είχε το βασικό ρόλο στην προετοιμασία της Μεγάλης Επανάστασης του 1821.
Ο κύριος στόχος της «Ηπειρωτικής Εταιρείας» είχε δύο κατευθύνσεις: 1) Η συγκέντρωση πληροφοριών για τα οχυρά και τις δυνάμεις του τουρκικού στρατού και η διοχέτευση των πληροφοριών στον Ελληνικό Στρατό. 2) Η οργάνωση και ο εξοπλισμός ανταρτικών σωμάτων για την ενίσχυση του Ελληνικού Στρατού…
Αποφασίστηκε, μάλιστα, η ίδρυση τριών διευθύνσεων στα τρία ζωτικότερα κέντρα της Ηπείρου. Οι διευθύνσεις αυτές στεγάζονταν στα προξενεία. Η Α’ Διεύθυνση στα Ιωάννινα, η Β’ στην Πρέβεζα και η Γ’ στο Αργυρόκαστρο.
Η συγκέντρωση πληροφοριών για τα οχυρά και τις δυνάμεις του τουρκικού στρατού και η διοχέτευσή τους στον Ελληνικό Στρατό ήταν άριστα οργανωμένη και πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες. Κέντρο της Κατασκοπίας ήταν το σπίτι του Ιωάννη Λάππα απέναντι από την παλιά Αγροτική Τράπεζα. Ο Ιωάννης Λάππας ήταν Προξενικός Πράκτορας της Γαλλίας. Επομένως είχε το πλεονέκτημα της διπλωματικής ασυλίας. Δεν μπορούσαν να μπουν μέσα οι Τούρκοι. Εκεί, η Αντιγόνη Τζαβέλλα έπαιξε βασικό ρόλο στην επιτυχία της διακίνησης χρήσιμων πληροφοριών.
Η Αντιγόνη ήταν κόρη του δικηγόρου Γιώργου Τζαβέλλα από τα Δολιανά, ο οποίος είχε δύο κόρες. Τη μία ονόμασε Αντιγόνη και την άλλη Ισμήνη…
Υποστηρίζοντας στα τουρκικά δικαστήρια τα δικαιώματα της γενέτειράς του (Δολιανά) δοκίμασε τις συνέπειες αυθαίρετων επεμβάσεων του Βαλή (Νομάρχη) Ιωαννίνων Οσμάν Πασά. Καταδιώχθηκε και φυλακίστηκε. Από τα Γιάννενα μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη στις εκεί φυλακές. Δικάστηκε από το εκεί Στρατοδικείο και αθωώθηκε. Τις ημέρες εκείνες όμως άρχισε η πολιορκία των Ιωαννίνων και δεν μπορούσε να επιστρέψει στα Γιάννενα και πήγε στην Αθήνα. Αυτό ανάγκασε την οικογένειά του να καταφύγει στο σπίτι του Ιωάννη Λάππα. Εκεί η Αντιγόνη ανέλαβε την κρυπτογράφηση και την αποκρυπτογράφηση των πληροφοριών που εστέλονταν στον Ελληνικό Στρατό και των εντολών που ελάμβαναν από εκεί.
Τις πολυτιμότατες υπηρεσίες της Αντιγόνης Τζαβέλλα επιβεβαιώνουν, εκτός των άλλων, οι πλέον αρμόδιοι: Ο Νικόλαος Χαντέλης και ο Παναγιώτης Δαγκλής. Ο Ν. Χαντέλης, από τα Σουδενά (Ασπραγγέλους) Ζαγορίου ήταν διερμηνέας στο Γαλλικό Προξενείο και συγχρόνως εκτελούσε χρέη Γραμματέα του Ελληνικού Γεν. Προξενείου Ιωαννίνων. Ήταν, δηλαδή, ουσιαστικά υπεύθυνος μαζί με άλλους συνεργάτες έμπιστους, για τη λήψη μηνυμάτων και εντολών, καθώς και για τη συγκέντρωση, διασταύρωση, κατά το δυνατόν, αξιολόγηση και αποστολή με κάθε δυνατή μυστικότητα και ασφάλεια, πάσης φύσεως πληροφοριών από το στρατόπεδο του εχθρού. Για την Αντιγόνη Τζαβέλλα ο Ν. Χαντέλης γράφει: «Εις ανάμνησιν της πολυτίμου και μετ’ αυταπαρνήσεως αξιολόγου συνεργασίας της χαριεστάτης δεσποινίδος Αντιγόνης Τζαβέλλα, εν ημέραις δειναίς, καθ’ ας το Μέγα Έθνος μας ηγωνίζετο τον περί υπάρξεως αγώνα».
Ο Παναγιώτης Δαγκλής, τότε Συνταγματάρχης και αργότερα Στρατηγός ήταν ένας από τους ιδρυτές της «Ηπειρωτικής Εταιρείας». Για την Αντιγόνη Τζαβέλλα γράφει: «Ομολογώ την πολύτιμον εργασίαν της φιλοπάτριδος δεσποινίδος Τζαβέλλα, συντελεσάσης εις το να διαφωτίσει τον Ελληνικόν Στρατόν περί των τουρκικών δυνάμεων κατά τον Ελληνοτουρκικόν πόλεμον».
Ο τρόπος που στέλνονταν οι κρυπτογραφημένες επιστολές ήταν ο ακόλουθος: Στο σπίτι του Λάππα ετοίμαζε τις επιστολές η Αντιγόνη Τζαβέλλα. Από εκεί τις παραλάμβανε ο Νικόλαος Τουμαράς και τις μετέφερε στο Συρράκο. Εκεί τις παρέδιδε στον διερμηνέα του Ελληνικού Προξενείου Γεώργιο Λεπενιώτη, ο οποίος με άλλους συνδέσμους τις διαβίβαζε στην Άρτα. Από το Συρράκο ο Νικόλαος Τουμαράς παραλάμβανε άλλες επιστολές και τις μετέφερε στο σπίτι του Λάππα. Αργότερα οι επιστολές στέλνονταν στο Στρατηγείο του Μετώπου στο Εμίν Αγά…
Συνεργάτες πληροφοριοδότες υπήρξαν αρκετοί, αλλά λίγοι έμειναν γνωστοί. Ανάμεσά τους ο καθηγητής της Ζωσιμαίας Σχολής Σιαγκούνης, ο Θεόδωρος Θεοδωρίδης, ο Αλέκος Σακελίων, κ.α.
Ένα από τα βασικά στελέχη της «Ηπειρ. Εταιρείας» και πληροφοριοδότης άριστος υπήρξε και ο δημοδιδάσκαλος Δημήτριος Παπαϊωάννου από τη Σαδοβίτσα (Μάρμαρα). Ο Κων. Μέρτζιος τον ονομάζει άδολο αφηγητή και πρωταγωνιστή του δικτύου κατασκοπίας. Πραγματικά έτσι ήταν, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Στην Ηπ. Εταιρεία μυήθηκε από τον Νικόλαο Μαγιόπουλο το 1906 και ορκίστηκε από τον εταίρο Λειβαδέα («Λάιο»). Ο ίδιος ο Παπαϊωάννου διηγείται: «Στην ιδιαίτερη πατρίδα μου τη Σαδοβίτσα (Μάρμαρα) άρχισαν οι Τούρκοι να κατασκευάζουν οχυρά σε 4 θέσεις. Μία προς Νότον και τρεις προς Βορράν. Εγώ έτυχα να είμαι δάσκαλος στο χωριό μου τότε και αμέσως αυθορμήτως κάλεσα έναν γείτονά μου εργάτην που εργάζονταν στα οχυρά, ο οποίος ήταν καλλιγράφος και μου έκαμε ένα σχέδιο, το οποίον παρέδωσα εις τον μακαρίτην Νικόλαον Χαντέλην, διερμηνέα του Ελληνικού προξενείου, ο οποίος το έδωσε στον Πρόξενο Φορέστη. Ο Φορέστης ζήτησε να του παρουσιάσω τον άνθρωπο που μου έδωσε τα σχέδια για να του δώσει συγκεκριμένες πληροφορίες. Θα μου πείτε πώς τα γνώριζε αυτά ο άνθρωπος αυτός.
Ήταν ένας από τους λίγους που ήξεραν καλά τα τούρκικα και την ώρα που οι μηχανικοί συζητούσαν μεταξύ τους έμαθε όλες τις λεπτομέρειες. Πήρα, λοιπόν, αυτόν τον εργάτη, κατεβήκαμε στα Γιάννενα και του είπα, ότι θα πάμε σε ένα συγγενή μου, γιατί αν του έλεγα για το προξενείο δεν θα έρχονταν. Εξήγησε στον Φορέστη πού θα μπουν τα κανόνια, πού θα κρύβονται οι πυροβολητές. Εγώ παρέδωσα σχέδια των οχυρών Σαδοβίτσας, Δουρούτης και Γαρδικίου.
Κάθε φορά που ξεφόρτωναν πολεμοφόδια με τα άλογα εδίναμε λεπτομερείς πληροφορίες. Μέχρι το 1912 είχαμε δώσει στο προξενείο όλες τις πληροφορίες. Στον τουρκικό στρατό υπηρετούσε ο φαρμακοποιός Χρήστος Κωνσταντινίδης από την Θεσσαλονίκη. Με αυτόν συνδέθηκε ο Παπαϊωάννου και καθημερινά ο Κωνσταντινίδης εκδήλωνε το μίσος του για τους Τούρκους, τους οποίους ονόμαζε βρωμόσκυλα.
Μια μέρα ο Πρόξενος Φορέστης κάλεσε τον Παπαϊωάννου και του έδωσε να διαβάσει ένα έγγραφο του Ελλ. Γενικού Επιτελείου που ζητούσε σαφέστερες πληροφορίες για τα πυροβολεία του χωριού του Σαδοβίτσα. Τότε συνεννοήθηκε ο Παπαϊωάννου με τον Κωνσταντινίδη και κατάστρωσαν το ακόλουθο σχέδιο για να επιτύχουν τον σκοπό τους: Οι Τούρκοι αξιωματικοί συνήθιζαν να πηγαίνουν κάθε απόγευμα στην πλατεία του χωριού και ο δάσκαλος με τον Κωνσταντινίδη τους πρόσφεραν ρακί (τσίπουρο). Ο φαρμακοποιός κάποια στιγμή τους λέγει: Κάθε μέρα εμείς εδώ σας κερνάμε! Πώς δεν μας φιλοξενήσατε ποτέ; Και τότε παίρνει το λόγο ο λοχαγός του πυροβολείου αυτού που ήθελα εγώ να ιδώ, πάνω από την Τζοντίλα και λέει: Πρώτα θα έλθετε σε μένα. Την Κυριακή μας στέλνει δύο άλογα στρατιωτικά με ένα στρατιώτη και επήγαμε στους στρατώνες αυτού του πυροβολείου. Αφού φάγαμε μεζέδες και ήπιαμε ρακί κλπ., ο φαρμακοποιός ξάπλωσε στο κρεβάτι να κοιμηθεί. Τότε ο λοχαγός με παίρνει, ανεβαίνουμε στο πυροβολείο και ζητούσε τα ονόματα των απέναντι χωριών. Εγώ με τρόπο τον ρωτούσα σε πόση απόσταση, πόση ακτίνα τραβάνε τα κανόνια. Και αυτός μου έλεγε: Σε 4.000 μέτρα κάνουν ζημιά. Τραβάν και περισσότερο, αλλά ζημιά δεν κάνουν. Με τον ίδιο τρόπο την άλλη Κυριακή επήγα στο άλλο πυροβολείο και πήρα από εκεί τις πληροφορίες που έπρεπε. Την επομένη επήγα εις το Προξενείο και έδωσα τις σχετικές πληροφορίες».
Δίνει πολλές και λεπτομερείς πληροφορίες ο Παπαϊωάννου για τον κρυφό πόλεμο που έκαναν οι αφανείς εκείνοι ήρωες. Επιβάλλεται να ιδούμε τώρα πώς γινότανε η αποστολή των πληροφοριών. Η Αντιγόνη Τζαβέλλα ετοίμασε τρεις κρυπτογραφημένες σελίδες. Η ίδια έσχισε τη φόδρα του γιλέκου του Παπαϊωάννου, έβαλε μέσα τις επιστολές και το έρραψε. Έτσι έφθανε στην Κοβίλιανη (Πολύλοφο) χωρίς κανέναν κίνδυνο, αφού μάλιστα, οι Τούρκοι που συναντούσε κοντά στα οχυρά, τον κερνούσαν και καφέ, γιατί ήταν γνωστός τους… Εκεί τα παρέδιδε σε έμπιστα πρόσωπα, τον Μιχαήλ και Νικόλαο Παπαγεωργίου και Αριστείδη Παπανικολάου, κλπ. Αυτοί φόρτωναν καπνά στα γαϊδουράκια τους. Κάτω από τα σαμάρια τους έκρυβαν σημειώματα και έγγραφα. Μέσω Δραγοψάς, Ψήνας και Μπαουσιών τα παρέδιδαν στον αντισυνταγματάρχη Μαλάμο. Με τον ίδιο τρόπο μετέφεραν στα Γιάννενα απαντήσεις.
Θαυμάζει κανείς την τόλμη και την αποφασιστικότητα των απλών εκείνων ανθρώπων οι οποίοι με κίνδυνο της ζωής τους πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στο κοινό αγώνα για την ελευθερία. Μερικά ονόματα θα αναφέρω, όπως ο Γιάννης Πουτέτσης από τη Δραγουμή, ο οποίος σχημάτισε ισχυρή ομάδα ανταρτών και πρόσφερε μεγάλη υπηρεσία στον αγώνα του τακτικού στρατού.
Ο Χρήστος Κριτσιμής από το Κουτσελιό (ψευδ. Αετός), εκτός των άλλων, στον πόλεμο 1912-13 χρησιμοποιήθηκε για κατάσκοπος, οδηγός και κατατοπιστής των Ελληνικών Στρατιωτικών αρχών. Κάποια φορά του βρήκαν οι Τούρκοι έναν τενεκέ μπαρούτι. Καθώς τον οδηγούσαν στα Γιάννενα βρήκε τρόπο να τρυπήσει το δοχείο κι έτσι όσο να φθάσουν στα Γιάννενα όλη η μπαρούτη είχε φύγει από μέσα κι αναγκάστηκαν να τον απολύσουν, γιατί έλειπαν τα πειστήρια, τα αποδεικτικά στοιχεία…
Ο Γεωρ. Χατζής – Πελερέν που για τους δημοσιογραφικούς του αγώνες φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο. Με την επέμβαση των προξένων Γαλλίας και Αγγλίας γλύτωσε την κρεμάλα. Ανυπολόγιστες υπηρεσίες προσέφερε η Αντιγόνη Τζαβέλλα, όπως είδαμε πιο πάνω. Όλα τα κρυπτογραφημένα και αποκρυπτογραφημένα μηνύματα που διοχέτευε τα καταχώρησε σε βιβλίο, που σώζεται μέχρι σήμερα.
Ανυπολόγιστες υπηρεσίες πρόσφερε ο Ιωάννης Λάππας ως προξενικός πράκτορας της Γαλλίας. Στο σπίτι του εγκαταστάθηκε η Αντιγόνη Τζαβέλλα, όπου ήταν το κέντρο δράσης της. Ο Κων. Μέρτζιος επίσης πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες ιδίως με τη δημοσιογραφία.
Αξιοσημείωτη είναι και η προσφορά του τότε Μητροπολίτη Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδωνα (κατόπιν Ιωαννίνων και το 1949-1956 Αρχιεπίσκοπος Αθηνών). Η Α’ Διεύθυνση της Ηπ. Εταιρείας ανέθεσε στον Σπυρίδωνα τη μύηση μελών στην Εταιρεία με το ψευδώνυμο Δρίνος. Έτσι στις 11 Ιουνίου 1907 εορτή του Αγίου Πνεύματος εμύησε στη Μονή Παλιουρής τους δικηγόρους Περικλή Γεωργίτση και Αλέξανδρο Λειβαδέα με τα ψευδώνυμα Λέανδρος και Λάιος αντίστοιχα.
Για την όλη δράση του, συλλαμβάνεται από τον Τζαβήν Πασά, παραπέμπεται στο Στρατοδικείο, καταδικάζεται σε θάνατο μαζί με άλλους 17 και ρίχνεται στις φυλακές. Σώζεται μονάχα ύστερα από μήνυμα του Κωνσταντίνου προς τον Εσάτ Πασά, που τον καθιστούσε προσωπικά υπεύθυνο για τις συνέπειες της θανατώσεως του Σπυρίδωνος. Ο Σπυρίδων αρνείται να βγει από τη φυλακή, αν δεν αποφυλακισθούν οι σύντροφοι 17 θανατοποινίτες. Έπρεπε να ελευθερωθούν τα Γιάννενα, για να ελευθερωθούν όλοι.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ