Ημέρα απόδοσης τιμών στις Μητέρες όλου του κόσμου!

on .

Στις αρχές του 20ου αιώνα καθιερώθηκε ο παγκόσμιος εορτασμός της ημέρας της μητέρας. Ορίστηκε μάλιστα η δεύτερη Κυριακή του Μαΐου. Έτσι δίνεται η ευκαιρία σε κάθε άνθρωπο του πλανήτη να εκδηλώσει επισήμως την τιμή και το σεβασμό του στο πρόσωπο εκείνης που τον έφερε στον κόσμο και τον ανέθρεψε.
Υπήρχε, βέβαια, κάποια διάκριση της μητέρας από τους μυθικούς χρόνους. Ακόμη και από τους Ανατολικούς λαούς.

Στη Σουμερία ονομάζονταν Ινιννί, στην Αίγυπτο Ίσιδα, οι Φοίνικες την ονόμαζαν Ιστάρ, οι Κρήτες Θεά – Μητέρα Δίκτυνα, οι Φρύγες Κυβέλη, Δήμητρα και Ήρα οι Έλληνες.
Όμως, με τον σύγχρονο εορτασμό αναδεικνύεται το ανθρώπινο συναίσθημα της αγάπης, το θεμελιώδες αυτό συναίσθημα ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο πρόσωπα, τα δύο πλάσματα: τη Μάνα και το παιδί. Δεν ήταν δυνατό παρά να εκφρασθεί και σε μνημείο λόγου από τον ποιητή που σε τελευταία ανάλυση δεν είναι ο ποιητής παρά ο εντολοδόχος της ανθρωπότητας, ο εκφραστής των ευχών, των ελπίδων, των επιθυμιών, των τάσεων, των χαρών, των πόνων και των βουλήσεων της ανθρωπότητας.
Έτσι, η μορφή της Μητέρας περνάει μέσα από πολλές χιλιάδες στίχους και σελίδες, Ελληνικές και ξένες, από τότε που γεννήθηκε η λογοτεχνία μέχρι σήμερα σε όλα τα γεωγραφικά πλάτη και σε όλες τις φυλές, σε κείμενα που δονούνται από όλη τη συγκινητική κλίμακα του αισθήματος αυτού που δένει τη Μάνα με το παιδί. Ερευνώντας, λοιπόν, την Αρχαία, Μέση και Νεοτέρα λογοτεχνία και μελετώντας, την υψώνουμε ένα πραγματικό μνημείο λόγου στη Μητέρα, στη Μητέρα όλων των ανθρώπων και του καθενός χωριστά, τη δική σου, τη δική μου, του φίλου, του ξένου, του γνωστού και αγνώστου και του εχθρού μας ακόμη.
Ο διεθνής εορτασμός της σημερινής ημέρας είναι χαρακτηριστικός, της αδελφότητας των λαών, γιατί «Μάνα» είναι η λέξη εκείνη που συγκινεί τους πάντες, πολιτισμένους, απολίτιστους, γραμματισμένους, αγράμματους, αναπτυγμένους, υπανάπτυκτους, βαρβάρους και αγροίκους και γενικά όλη την ανθρωπότητα από τη μια ως την άλλη άκρη.
Από τους μυθικούς χρόνους, τρανό παράδειγμα Μάνας πονεμένης είναι η Θέτιδα με το μονάκριβο παιδί της, τον μελλοντικό ήρωα Αχιλλέα. Σε όλους μας είναι γνωστό ότι πήγε στον Όλυμπο, υπενθυμίζοντας στο Δία μια μεγάλη εξυπηρέτηση που του είχε κάνει, για να του ζητήσει με όρκο του στα Ύδατα της Στυγός να αποκαταστήσει την τιμή του γιου της, που τόσο πρόσβαλε ο Αρχιστράτηγος των Ελλήνων Αγαμέμνων.
Η Εκάβη, η σύζυγος του Πριάμου, μία δραματική βασίλισσα, με πόσο πόνο θρηνεί το γιο της, τον ήρωα και διάδοχο του Τρωικού θρόνου Έκτορα, που τον σκότωσε ο Αχιλλέας. Ο Οδυσσέας, πώς λαχταράει η ψυχή του όταν συναντά την ψυχή της νεκρής Μητέρας του την ώρα που προσφέρει θυσία, όπως τον συμβούλεψε η Κίρκη (Οδύσσεια Ραψ. Λ). Η Δανάη που λαχταρούσε να βρει το γιο της Περσέα. Η Ανδρομάχη, σύζυγος του Έκτορα στις «Τρωάδες» μιλάει για το παιδί της τον Αστυάνακτα και θρηνεί με την ιδέα ότι θα πέσει στα χέρια των εχθρών και ποιος ξέρει ποια μοίρα το περιμένει.
Αλλά και η δύστυχη η Νιόβη, κόρη του Ταντάλου, πόσο υπέφερε ως Μητέρα, όταν της σκότωσαν τα παιδιά της. Ο Απόλλωνας ετόξευσε τα εφτά αγόρια της και η Άρτεμις τις εφτά κόρες της: Τι κλαυθμός και οδυρμός ήταν εκείνος, ώστε ο «πατήρ θεών τε και ανθρώπων» την λυπήθηκε και την μετέβαλε σε λίθον – βράχον που παριστάνει ανθρώπινο σώμα γυναικός επάνω στο Σίπυλον όρος της Μικράς Ασίας από τα μάτια της οποίας αναβλύζουν επί αιώνες συνέχεια μέχρι σήμερα δύο θεόρατες πηγές δακρύων.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, όμως, και η εξ αποκαλύψεως θρησκεία μας όχι μόνον δεν υστέρησε, αλλά και υπερθεμάτισε. Παράδειγμα τρανό έχουμε από τον επιτάφιο θρήνο, την τρίτη στάση του περίφημου: «Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον, που έδυ σου το κάλλος; Ω φως των οφθαλμών μου, γλυκύτατόν μου τέκνον, πώς τάφω νυν καλύπτει;».
Στις πιο τρομερές στιγμές γράφει, μέσα από τη φυλακή του, ο παραπλανηθείς νέος Φρανσουά Βιγιόν και χαρίζει στη Μάνα του την πιο ωραία προσευχή και ικεσία αποτεινομένη προς την μεγάλη Μητέρα του Κόσμου, την Πλατυτέρα των Ουρανών.
«Σπλαχνίσου, Δέσποινά μου, και μένα που, όπως τόσοι, αμαρτωλός φέρνω πιστά σε Σε τα βήματά μου».
Ευλογία πατρός στηρίζει οίκους τέκνων, αλλά κατάρα μητρός εκριζεί θεμέλια, λέει ο Σοφός Σειράχ. Αντιπροσωπευτικό δε κείμενο της σύγχρονης δημοτικής λογοτεχνίας μας είναι το τραγούδι του «Νεκρού αδελφού». Εκεί βλέπουμε ότι η κατάρα της Μάνας ραγίζει τον τάφο και βγαίνει ο Κωνσταντής ο γιος της τρομοκρατημένος από τον άλλο κόσμο για να της πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του, να της φέρει την Αρετή…
Η δύναμη του Σπιτιού, η Εστία, είναι η θεοποιημένη Μάνα που υβρίστηκε, γιατί δεν κρατήθηκε η υπόσχεση, που της δόθηκε με βαρύτατο όρκο, ότι θα τηρήσει την υπόσχεση. Και γι’ αυτό πρέπει να δικαιωθεί η θεά Μητέρα, πρέπει να εξιλεωθεί. Η φοβερή κατάρα πρέπει οπωσδήποτε να καθαρισθεί και αυτό θα γίνει μόνον αν πραγματοποιηθεί η δοσμένη υπόσχεση του Κωνσταντή στη Μάνα του να της φέρει την Αρετή. Η τάξη της φύσης σαλεύεται. Ο Κόσμος αναποδογυρίζεται, οι πλάκες των τάφων ραγίζουν και οι νεκροί βγαίνουν από τους τάφους, για να εκπληρώσουν υποσχέσεις.
Η νεότερη λογοτεχνία μας, που είναι πολύ πλούσια, έχει να επιδείξει πολλούς ποιητές και λογοτέχνες, που ασχολήθηκαν με τη Μάνα. Ας δούμε μερικά αντιπροσωπευτικά ονόματα που της αφιέρωσαν ύμνους: Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Διον. Σολωμός, Κων. Καβάφης, Κώστας Κρυστάλλης, Άγγελος Σικελιανός, Αχ. Παράσχος, Σωτ. Σκίπης, Κωσ. Ουράνης και πολλοί άλλοι. Όλοι αυτοί δίνουν έμφαση στην προσωπικότητα της «Μάνας».
Οι Εθνικά Παιδευτικές προθέσεις του Διον. Σολωμού μας εκφράζονται, με την πιο δυνατή σαφήνεια στην ποιητική εμφάνιση της Ελληνίδας Μητέρας. Εκεί ο Σολωμός μας δίνει τον χρυσό Κανόνα της Ηθικής Παιδαγώγησης του Ελληνόπουλου. Και η Ελληνίδα Μητέρα μας παρουσιάζεται σε όλο της το μεγαλείο, σαν πραγματική Ελληνίδα Μητέρα. Η γυναίκα σύζυγος, Μητέρα και Ελληνίδα στην πλήρη εξιδανίκευση, χωρίς να είναι αναγκαστικά ο τύπος της αντρογυναίκας, όπως με λίαν ακαλαίσθητη φαντασία την είδαν μερικοί.
Η Μάνα είναι το κέντρο της οικογενειακής εστίας, είναι βαθύτερα ριζωμένη απ’ όλους μέσα σ’ αυτήν. Αυτή καταθέτει όλη τη δύναμή της στην υπηρεσία της οικογένειας, είναι η καρδιά της ολόκληρη δοσμένη, είναι ο φωτίζων ήλιος, είναι η δύπνοη σφαίρα που μας ανεβάζει προς τα επάνω και μας απαλλάσσει και απαγκιστρώνει από την βαρύτητα της γης. Και αυτό το κατορθώνει πάντα με τις συμβουλές της, που χαρακτηρίζονται σαν ευαγγέλιο και ας είναι και αγράμματη ακόμη, γιατί έχει την αγάπη την απέραντη, την ανιδιοτελή, που την εμπνέει και την εμψυχώνει στο έργο της. Παραδείγματα έχουμε πολλά, πάμπολλα αγραμμάτων μητέρων που ανέδειξαν παιδιά πολύ αξιοπρόσεκτα, τα οποία αναδείχτηκαν ηγήτορες λαών. Η αγάπη της Μάνας κρατάει τη συνοχή της οικογένειας, έχει έντονη τη δύναμη της υποβολής και της επιβολής και ακόμη της απαρατήρητης πιέσεως. Όπου, όμως, λείπει η αγάπη της, εκεί αισθάνονται μέσα στην οικογένεια, μικροί και μεγάλοι, τη ζωή τους σαν πορεία σε δρόμο μέσα στα ξένα, χαμένοι ξένοι και αποδιωγμένοι, όπως λέει ο σοφός λαός, ζουν στην ορφάνια.
Η πραγματική Μάνα είναι για την οικογένεια πηγή ακένωτης ευτυχίας, τόπος ασφάλειας και ηρεμίας. Η αφοσίωσή της της δίνει μία ιδιάζουσα θέση μέσα στην οικογένεια (στην οικογένεια και στην κοινότητα) και ειδικά στην ευλογημένη ελληνική οικογένεια… Η Μάνα δίνοντας τον εαυτό της και με τη σιγουριά του ενστίκτου της βρίσκει το σωστό δρόμο προς την παρηγοριά και την καλοσύνη.
Στην περίπτωση αυτή δεν χρειάζονται γράμματα, ούτε γνώσεις επιστημονικές, γιατί είναι σε θέση μόνη της, με την έμφυτη ευλογημένη αγάπη της, να διευθύνει και κατευθύνει σωστά και αληθινά την όλη ζωή της οικογένειάς της.
Η οικογένεια καθημερινά απολαμβάνει τη μητρική στοργή και ζει από τη δύναμη της θυσίας της. Στην πάντα πρόθυμη για όλους προσφορά της Μάνας, βρίσκεται ίσως η μεγάλη ψυχική ενέργειά της. Χωρίς τη φροντίδα της για τα μικρά και ασήμαντα, δεν θα υπήρχαν τα μεγάλα, που έχουν την αρχή τους στα μικρά, χωρίς τη φροντίδα και την περιποίηση από τα ευλογημένα χέρια της Μάνας, Θα αφανίζονταν όλη η ομορφιά της οικογενειακής ζωής χωρίς κανένα όρο, χωρίς καμιά υστεροβουλία μας περιμένει η μητρική στοργή.
Το πνεύμα της Μάνας διαποτίζει έμψυχα και εμψυχώνει τα άψυχα. Η καθημερινή της εργασία μέσα στην οικογένεια είναι αθόρυβη, είναι εργασία που υπηρετεί απλά, ταπεινά, και το ευλογημένο από το θείο χέρι της σκορπά παντού τη χάρη του Θεού που διοχετεύεται διά μέσου αυτής. Η ζωή της λογαριάζεται με το Δούναι και όχι με το Λαβείν, διότι, όπως λέει ο σοφός λαός «το παιδί είναι του πάρε και ποτέ του δώσε».
Από τη Μάνα εξαρτάται η ευτυχία ή η δυστυχία της πιο μεγάλης οικογένειας, του Έθνους, αλλά και πιο πέρα του κόσμου. Αυτή είναι το σύμβολο, αλλά και η πρωταρχική δύναμη, από την οποία αναβλύζει η ανθρώπινη ζωή. Η Μάνα δίνει τη συνέχεια στο ρεύμα της ζωής, στο αίμα και στην κληρονομιά των προγόνων, στα ήθη και στα έθιμα, σε όλα τα αγαθά του πολιτισμού. Όλα αυτά τα ανασταίνει γενιά σε γενιά το πεπρωμένο του λαού της. Στο χέρι της βρίσκεται περισσότερο από κάθε άλλο το πεπρωμένο του ανθρώπου. Η επίδρασή της είναι πάντα έμμεση. Η επιρροή της είναι ο σπόρος που αυτή σκορπίζει στις καρδιές και που τον περιμένει και τον φροντίζει με το μητρικό της χέρι. Και αυτός ο σπόρος αργά, αλλά σταθερά, δίνει τους καρπούς του στην Κοινωνία και στους λαούς. Από τη δύναμη της Μάνας ζουν οι λαοί και από την αδυναμία της πεθαίνουν. Και όχι μόνον βιολογικά αλλά και πνευματικά.
Στη Μάνα οφείλει ο λαός την διατήρηση και την καλλιέργεια του πιο μεγάλου αγαθού, της γλώσσας. Από το στόμα της δέχεται το παιδί όλον τον θησαυρό των πνευματικών και ηθικών αξιών. Από αυτήν ακούει τις πρώτες λέξεις της γλώσσας, που φέρνει το όνομά της σε όλους τους λαούς της Μητρικής. Η Μάνα τραγουδά στο παιδί τα πρώτα του λαού της τραγούδια, τα νανουρίσματα του τόπου της:
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά, έλα πάρε και τούτο.
Μικρό, μικρό στο δίνω εγώ, μεγάλο φέρε μου το
μεγάλο σαν ψηλό βουνό, ίσιο σαν κυπαρίσι
ν’ απλώνανε οι κλώνοι του σ’ Ανατολή και Δύση.
Η Μάνα διηγείται στο παιδί τα παραμύθια του τόπου της. Δίνει ζωή στα ήθη και στα έθιμα κατά τις εθνικές εορτές οδηγώντας το παιδί στην εκκλησία και το κατηχεί με την προσευχή και την ευλάβειά της στη θρησκεία των πατέρων του και στη θρησκευτική ζωή του τόπου της. Η Εκκλησία βλέπει τη γυναίκα ως Μάνα. Την βλέπει ως Μητέρα του λαού και των λαών που πρέπει να δοξάζουν και να τιμούν τη Μάνα.
Αμέτρητα είναι τα τραγούδια τα καλλιτεχνήματα και τα μουσικά κομμάτια που αφιερώθηκαν στη Μάνα. Ο Σαίξπηρ την ονομάζει: «Βασίλισσα που κρατάει στα χέρια της το σκήπτρο του κόσμου». Ο ιερός Αυγουστίνος διαλάλησε «Δώστε μου καλές μητέρες και θα αλλάξω την όψη του κόσμου». Η Μάνα έγινε ακένωτη πηγή εμπνεύσεως και στα πλήθη και στους ποιητές. Ο νεκρός λέει στο μοιρολόι του: «Όπως με κλαίει η Μάνα μου, κανένας δε με κλαίει».
Μάνα, λοιπόν, ίσον θυσία. Είναι η μόνη αγάπη στον κόσμο που είναι αγνή, θεία και εγγίζει τη θεία καλοσύνη και μακροθυμία. Δικαίως, λοιπόν, καθιερώθηκε η παγκόσμια αυτή εορτή για τη Μητέρα στην οποία η ανθρωπότητα οφείλει το είναι της, την ύπαρξή της, την διαιώνισή της…
Στην εποχή μας προβάλλεται νέα «εξευγενισμένη» ονομασία. Γονέας 1 και γονέας 2. Κρίμα!..