Aλήθειες και μύθοι για τις Αναν. Πηγές Ενέργειας…

on .

 Με αφορμή το νέο Περιβαλλοντικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε πρόσφατα, η ενεργειακή πολιτική είναι υψηλά στην ατζέντα της κυβέρνησης και αναμένεται να δοθούν κίνητρα  για επενδύσεις στην λεγόμενη πράσινη ανάπτυξη.

Αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, εργοστάσια βιομάζας αλλά και άλλες ΑΠΕ, είναι project που το επόμενο διάστημα «θα τρέξουν» σε όλη την Ελλάδα. Οι αντιδράσεις όμως που παρουσιάζονται κατά τόπους, κάποιες φορές είναι έντονες από μια μερίδα

πολιτών, που καταγγέλλει περιβαλλοντική υποβάθμιση. Τι ισχύει όμως στα αλήθεια; Οι παρακάτω ερωτοαπαντήσεις θα επιχειρήσουν να ρίξουν «φώς» αλλά και να «φυσήξει ένας νέος άνεμος» στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τις ΑΠΕ:
Γιατί να στραφούμε σε ΑΠΕ υπάρχει κάποιος σοβαρός λόγος; Είναι εθνική αναγκαιότητα ή επενδυτική μόδα και τάση των καιρών;
Στον κάμπο της Πτολεμαΐδας η εκμετάλλευση του λιγνίτη ηλεκτροδοτεί το 50% της χώρας. Μια παράπλευρη τραγωδία είναι ότι ολόκληρα χωριά σβήστηκαν απ΄ το χάρτη και κοινωνίες μετεγκαταστάθηκαν ξεθάβοντας και παίρνοντας μαζί μέχρι και τους νεκρούς τους.
Συγκεκριμένα η πιο γνωστή διεθνούς κύρους περιβαλλοντική οργάνωση, η WWF στην Ελλάδα, στη σελίδα το «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΛΙΓΝΙΤΗ» αναφέρει: «Ο λιγνίτης αποτέλεσε το κυρίαρχο καύσιμο για την παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώναμε για δεκαετίες. Ο διεθνής αγώνας κατά της κλιματικής αλλαγής, η υποχρέωση προστασίας της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος, αλλαγές στην ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία και η ραγδαία πρόοδος στις τεχνολογίες ΑΠΕ και αποθήκευσης ενέργειας, επιβάλλουν την απεξάρτησή μας από το πιο ρυπογόνο καύσιμο στον πλανήτη. Η καύση λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας επιφέρει καταστροφικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία. Καταναλώνει τεράστιες ποσότητες νερού, εκπέμπει ρύπους όπως διοξείδιο του θείου, οξείδια του αζώτου, μικροσωματίδια, βαρέα μέταλλα, μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα, ενώ το οικονομικό κόστος από τις υπερβάσεις των ευρωπαϊκών ορίων αποτιμάται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ. Ο ψεύτικος μονόδρομος του λιγνίτη που έχει επιβληθεί για δεκαετίες στη Δυτική Μακεδονία και την Πελοπόννησο συνοδεύεται από ένα αδιαμφισβήτητο ανθρώπινο κόστος που δεν μπορεί να μετρηθεί μόνο με αριθμούς. Ολόκληρα χωριά που είχαν το «προνόμιο» του λιγνίτη στα εδάφη τους έχουν ερημωθεί, οικισμοί έχουν εκτοπιστεί ώστε να επεκταθούν τα ορυχεία. Εύφορη γη δεν υπάρχει πια. Οι θέσεις εργασίας που προσφέρει η ΔΕΗ, πλέον δεν φαίνονται αρκετές καθώς η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας είναι πρωταθλήτρια στην ανεργία, ενώ το συσσωρευμένο κόστος στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον έχει γίνει δυσβάστακτο».
Εκτός από την περιβαλλοντική ευαισθησία, υπάρχει και το θέμα των διεθνών τιμών του διοξειδίου του άνθρακα, κάτι που η ΔΕΗ δεν αντιμετώπιζε ως πρόβλημα πριν από μια δεκαετία. Μέσω αυτών των εξελίξεων με τις υψηλές εισφορές CO2 που πληρώνει η ΔΕΗ, ο λιγνίτης κατέληξε από «διαμάντι» να γίνει βαρίδι της επιχείρησης. Οι ζημιές που είχε η επιχείρηση από τα πρόστιμα υπέρ CO2 από την χρήση του λιγνίτη το 2018 ήταν 200 εκατ. ευρώ, το 2019 ανήλθαν στα 300 εκατ. ευρώ, ενώ η πρόβλεψη για το 2020 είναι για μεγαλύτερες ζημιές. Η απορρόφηση του κόστους του CO2 από την επιχείρηση, ώστε η απολιγνιτοποίηση να αλλάξει χρονικό ορίζοντα, είναι δυσβάστακτη ενέργεια και για έναν επιπλέον λόγο. Ο ελληνικός λιγνίτης είναι υποδεέστερος σε θερμογόνο δύναμη από τον γερμανικό λιγνίτη, έχει δηλαδή μεγαλύτερο κόστος εξόρυξης και λειτουργίας. Έτσι οι Γερμανοί μπορούν να αντέξουν το κόστος προστίμων, με αποτέλεσμα να πάνε την απολιγνιτοποίησή τους αργότερα, κάτι που δεν μπορούμε να αντέξουμε εμείς στην δική μας περίπτωση.
-Γίνεται κατανοητό από τα παραπάνω ότι η απολιγνιτοποιήση για την Ελλάδα είναι μονόδρομος και μάλιστα χωρίς καμιά καθυστέρηση. Από πού όμως θα παίρνουμε ρεύμα;
Απαιτείται μια συνολική αλλαγή του τρόπου που ζούμε, παράγουμε, καταναλώνουμε. Και το πρώτο βήμα είναι να πάμε σε μια συνθήκη όπου ένα σημαντικό μέρος της ενέργειας θα έρχεται από ανανεώσιμες πηγές και σταδιακά στο μέλλον όχι απλώς θα πρέπει να αυξήσουμε τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά να φθάσουμε στο σημείο να χρησιμοποιούμε αποκλειστικά αυτές (κάτι που είναι πολύ κοντά να πετύχουν οι Σκανδιναβικές χώρες). Αυτό σημαίνει με απλά λόγια ότι: χρειαζόμαστε πολύ περισσότερα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, αλλά και εργοστάσια βιομάζας και άλλες ΑΠΕ, εάν θέλουμε έναν πλανήτη βιώσιμο για τα παιδιά μας.
- Υπάρχουν άλλοι τρόποι παραγωγής ενέργειας για να «γλυτώσουμε» από τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά πάρκα;
Είναι γνωστό, ότι πολλοί άνθρωποι αντιδρούν σε αυτή την ιδέα. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι τα αιολικά καταστρέφουν το περιβάλλον. Και είναι αλήθεια ότι πολλές φορές έγιναν επιλογές εγκατάστασης αιολικών πάρκων που ήταν προβληματικές και προκάλεσαν δικαιολογημένες αντιδράσεις των κατοίκων. Όμως, δεν μπορούμε χωρίς τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά. Τα χρειαζόμαστε όχι μόνο γιατί είναι ένα σημαντικό πεδίο επενδύσεων και μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη, αλλά και γιατί έτσι φτιάχνουμε ένα καλύτερο μέλλον. Από άλλες μορφές παραγωγής ενέργειας, όπως η διαχείριση και αξιοποίηση ζωικών αποβλήτων μπορεί να παραχθεί μόνο μια μικρή ποσότητα ενεργείας, που αδυνατεί να καλύψει τις απαιτήσεις και τις ανάγκες της χώρας μας. Γι’ αυτό και έχει σημασία ο σχεδιασμός από εδώ και πέρα να γίνει με πραγματικό σεβασμό στο περιβάλλον, στα οικοσυστήματα και στην αισθητική του τοπίου. Με διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες, γιατί είναι αναγκαίο και αυτές να αγκαλιάσουν αυτή την προσπάθεια για ένα καλύτερο μέλλον. Και το μέλλον δεν μπορεί παρά να είναι ανανεώσιμο.
- Τα αιολικά, τα φωτοβολταϊκά και η βιομάζα καταστρέφουν τα βουνά, τα χωράφια, υποβαθμίζουν το περιβάλλον ισχυρίζονται κάποιοι. Είναι όμως έτσι;
Προφανώς αν «έβρεχε ρεύμα», ή αν ή χώρα είχε απεριόριστη οικονομική δυνατότητα να αγοράζει ρεύμα από κάπου αλλού, θα προτιμούσαμε σχεδόν όλοι, να μείνουν ανέγγιχτες οι βουνοκορφές, οι πλαγιές, οι κάμποι και οι θάλασσες μας. Σίγουρα μια σειρά πυλώνων ανεμογεννητριών στην κορυφή ενός βουνού είναι οπτικά πιο άσχημη από μια συστάδα δέντρων. Ο αγωνιστής της Αριστεράς που πρόσφατα απεβίωσε, Μανώλης Γλέζος είχε πει για τα φωτοβολταϊκά: «να ξεριζώσουμε τα σιδερένια φυτά από τα χωράφια» και συμφωνούν νομίζω οι άπαντες ότι ένα χωράφι είναι ομορφότερο σπαρμένο από φυτά και ωραία λουλούδια παρά με πάνελ. Όμως πέρα από το αισθητικό της υπόθεσης, υπάρχει όντως σοβαρή περιβαλλοντική υποβάθμιση; Για την τοποθέτηση των ανεμογεννητριών χρειάζονται κάποιες εκσκαφές και βάσεις από μπετόν, ενώ οι χωματόδρομοι που διανοίγονται για τη μεταφορά των ανεμογεννητριών ακολουθούν το ανάγλυφο και χαράσσονται με γνώμονα τις λιγότερες παρεμβάσεις στο τοπίο. Ακόμη μικρότερες είναι οι παρεμβάσεις για τα φωτοβολταϊκά. Η επίδραση στα ζώα είναι σχεδόν αμελητέα. Όμως υπενθυμίζω ότι για οποιαδήποτε αναπτυξιακή δραστηριότητα απαιτούνται τέτοιου είδους παρεμβάσεις. Π.χ για να το πω πιο απλουστευμένα για να κατασκευαστεί ένα εργοστάσιο τροφίμων ή νερού οι εκσκαφές που χρειάζονται είναι περισσότερες. Τι θα πούμε όχι; Δεν γίνεται να ζήσουμε χωρίς νερό και φαγητό, οπότε αναγκαστικά θα γίνει. Το ίδιο ισχύει και με το ρεύμα.
O Σταύρος Παπαθανασίου που είναι καθηγητής του τομέα Ηλεκτρικής Ισχύος του ΕΜΠ έχει πει: «Είναι ακατανόητο το πώς μπορεί μια κοινωνία ταυτόχρονα να επιδιώκει την απανθρακοποίηση, αλλά και να αρνείται την ανάπτυξη εκείνων των έργων που θα την επιτρέψουν. Η περαιτέρω ανάπτυξη της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ, στα επίπεδα που απαιτούν οι στόχοι που τίθενται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, επιβάλλει την υλοποίηση αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών, στον βαθμό που σήμερα αυτές είναι οι κύριες τεχνολογίες που επιτρέπουν την ευρείας κλίμακας ηλεκτροπαραγωγή, λόγω διαθεσιμότητας δυναμικού, τεχνολογικής ωριμότητας, αλλά και οικονομικής ανταγωνιστικότητας πλέον. Αλλά επίσης και των αναγκαίων συνοδευτικών υποδομών, όπως κυρίως τα ηλεκτρικά δίκτυα υψηλής τάσης».
- Γιατί να μην γίνουν αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα μακριά από εμάς; Πλωτά στη θάλασσα, ή σε έρημα ακατοίκητα νησιά;
«Στην Ελλάδα «δεσπόζει το γνωστό σύνδρομο "στην αυλή του γείτονα" (ΝIMBY). Το ίδιο συναντά κανείς και στη διαχείριση των απορριμμάτων. H Ελλάδα είναι από τις τελευταίες χώρες στην Ευρώπη στο θέμα αυτό. Αντιμετωπίζουμε κρίση εμπιστοσύνης, όπως σε πολλές άλλες εκφάνσεις μας, μεταξύ της κοινωνίας, του κράτους και των επενδυτών. Κάποιοι επενδυτές προσπάθησαν να επενδύσουν αποκλειστικά στη μεγάλη κλίμακα για λόγους οικονομικούς, αγνοώντας τα μικρότερα και διεσπαρμένα έξυπνα συστήματα. Σήμερα διαθέτουμε εργαλεία με μεγάλη ακρίβεια, ώστε να γνωρίζουμε πώς θα ελαχιστοποιηθούν οι όποιες περιβαλλοντικές επιπτώσεις που συνδέονται με την εγκατάσταση, την ανάπτυξη δικτύων, τις ανταγωνιστικές δραστηριότητες. Ακόμη και για την αισθητική αν και οι ανεμογεννήτριες σήμερα είναι σχεδιαστικά αισθητικά πολύ κομψές» έχει πει ο καθηγητής Θεοχάρης Τσούτσος που ηγείται του Εργαστηρίου Ανανεώσιμων και Βιώσιμων Ενεργειακών Συστημάτων του Πολυτεχνείου της Κρήτης.
Όπως πιθανόν ενοχλεί έναν βοσκό ή έναν φυσιολάτρη τα αιολικά στο βουνό αντίστοιχα πιθανόν να ενοχλούν κάποιον ψαρά στη θάλασσα. Καθολική αποδοχή από όλους τους Έλληνες για το σημείο χωροθέτησης των ΑΠΕ δεν πρόκειται να υπάρξει. Επιπλέον, το σημαντικό είναι για να επενδύσει ένας επιχειρηματίας κάποια εκατομμύρια ευρώ, δεν θα το κάνει για να σωθεί η χώρα ενεργειακά και εμείς, αλλά για το δικό του κέρδος. Γιατί διαφορετικά αν το έκανε για να σωθούμε δεν θα ήταν επενδυτής αλλά ευεργέτης. Αν η υποθαλάσσια μεταφορά μειώνει η εξαφανίζει το κέρδος της επένδυσης, δεν θα επιλέξει αυτή την οδό και πιθανότατα θα προτιμήσει να «κουμπώσει» σε ένα υφιστάμενο κοντινό δίκτυο.
- Θέλω να αφήσω τα βουνά και τα λαγκάδια, όπως είναι στα παιδιά μου, λένε πολλοί. Μπορεί να γίνει σεβαστή αυτή η άποψη;
Προφανώς όταν κάποιος έχει στην ιδιοκτησία του οικόπεδα ή αγροτεμάχια μπορεί να τα αφήσει ανέγγιχτα στα παιδιά του, τα εγγόνια του κλπ. Δεν τον εξαναγκάζει κανείς να νοικιάσει ή να πουλήσει τις εκτάσεις του για να γίνουν ΑΠΕ. Όταν μιλάει για εκτάσεις που δεν του ανήκουν, και είναι ιδιοκτησίας Δήμου, Περιφέρειας, Ελληνικού Δημοσίου, τότε η «οικειοποίηση» αυτή είναι λάθος και δεν έχει τον πρώτο λόγο αυτός. Φανταστείτε αν έλεγε ο πρώτος άνθρωπος που εμφανίστηκε στη Γή ο Homo Sapiens «θέλω να τα αφήσω όλα όπως είναι στη φύση ανέγγιχτα στα παιδιά μου». Και τα παιδιά του να ακολουθούσαν το ίδιο δόγμα. Ο άνθρωπος θα ζούσε ακόμη στα σπήλαια αν δεν είχε εξαφανιστεί. Η ζωή και η ανθρωπότητα έχει μια εξελικτική δυναμική. Δεν μπορούμε να αποφύγουμε τις εξελίξεις και τις παρεμβάσεις στη φύση για την κάλυψη αναγκών κάθε εποχής.
Είναι άδικη η σύγκριση των ανθρωπογενών παρεμβάσεων με τη φύση, που προφανώς πάντα είναι ωραιότερη. Η δίκαιη αποτίμηση θα πρέπει να γίνεται σε σύγκριση ενός συμβατικού σταθμού μαζούτ ή λιγνίτη με ένα αντίστοιχης ισχύος αιολικό ή ηλιοπαραγωγής. Κι εκεί η σύγκριση είναι σαφώς υπέρ των ΑΠΕ, παρά τη μυθολογία που έχει αναπτυχθεί. Αν εξαιρούσαμε την ανθρωπογενή παρέμβαση στο περιβάλλον, όπως όλες οι σύγχρονες υποδομές (δομημένο περιβάλλον, δίκτυα κινητής ενέργειας μεταφορών, μεγάλες τουριστικές εγκαταστάσεις, ακόμη και μικροκατασκευές), θα επιστρέφαμε όπως προανέφερα, στην εποχή των σπηλαίων. Έστω και με κανόνες απλής οικιακής οικονομίας, θα προτιμούσαμε έναν ανανεώσιμο, καθημερινά πόρο, όπως τον ήλιο, τα κύματα και τον άνεμο, αντί να «πληγώνουμε» τη γη. Ο λιγνίτης και οι υδρογονάνθρακες, μπορούν να παραμείνουν εκεί χωρίς να τους κλέψουμε από τις επόμενες γενιές, μέχρι να βρούμε τεχνολογίες που δεν θα επιβαρύνουν τον πλανήτη. Στα περισσότερα νησιά μας το πραγματικό κόστος ηλεκτροπαραγωγής είναι δυσβάστακτα υψηλό. Αν χρησιμοποιούσαμε ΑΠΕ θα μπορούσε να φτάσει κάτω από το μισό, ακόμη και με τις σημερινές τεχνολογίες. Βέβαια απαιτούνται εργαλεία όπως η "βιώσιμη χωροθέτηση", ένα πολυπαραμετρικό σύστημα αξιολόγησης που λαμβάνει υπόψη όχι μόνο το αιολικό δυναμικό, αλλά ένα πλήθος περιορισμών, όπως το ευαίσθητο οικολογικό σύστημα, την απόσταση από τις γραμμές μεταφοράς, το οδικό δίκτυο, τις αρχαιολογικές περιοχές, τις εγκαταστάσεις άμυνας.
- Αδειοδοτούνται επενδύσεις αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων χωρίς τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη της γης, αλλά και χωρίς την έγκριση αρμόδιων φορέων του δημοσίου;
Προφανώς όχι. Η διαδικασία που ακολουθεί κάθε σοβαρός επενδυτής - εταιρία πριν τρέξει ένα business plan για την υλοποίηση ενός project ΑΠΕ, είναι να έχει σε πρώτη φάση ενδείξεις για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του αέρα της περιοχής (για αιολικά πάρκα) και του ήλιου (για φωτοβολταϊκά πάρκα). Αν του κάνουν οι μετρήσεις, το επόμενο βήμα είναι η εξασφάλιση της γης. Είτε με ενοικιαστήριο για κάποιες δεκαετίες (ανάλογα την επένδυση), είτε με αγορά της έκτασης. Για όσες εκτάσεις είναι οι ιδιωτικές οι επενδυτές συζητούν κατ’ ευθείαν με τους ιδιώτες. Για όσες είναι δημοτικές με τους δημάρχους και το ενοικιαστήριο της έκτασης με το αντίστοιχο αντίτιμο, πρέπει να περάσει και να ψηφιστεί από το δημοτικό συμβούλιο. «Επίταξη έκτασης» δεν έχει γίνει ποτέ. Συνεπώς δήμαρχοι που δεν ήξεραν, δεν άκουσαν και βρίσκονται προ εκπλήξεως υποτιμούν τη νοημοσύνη των πολιτών. Επίσης υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας αλλά και της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας εξετάζουν «εξονυχιστικά» τα αιτήματα και ακολουθώντας τη νομοθεσία, εγκρίνουν ή απορρίπτουν τα αιτήματα.
- Το γεγονός ότι η χώρα μας έχει ανάγκη από ΑΠΕ, σημαίνει ότι πρέπει να «γεμίζει» ένας Δήμος ή μια περιοχή με αιολικά η φωτοβολταϊκά;
Προφανώς όχι. Για μια περιοχή που πληροί τις προϋποθέσεις, μπορεί να υπάρξουν πολλά αιτήματα επενδυτών. Πόσες π.χ ανεμογεννήτριες «σηκώνει» ένας μικρός Δήμος για να χωροθετηθούν εντός των γεωγραφικών ορίων του; 10, 100, 1000; Η απάντηση στο ερώτημα λέγεται: ενεργειακή πολιτική της χώρας. Προφανώς δεν μπορεί να «πνιγεί» ένας Δήμος στις ΑΠΕ και να αλλοιωθεί το φυσικό τοπίο του, για να ρευματοδοτείται η υπόλοιπη Ελλάδα. Σκοπός δεν είναι να δημιουργηθούν στα βουνά και λαγκάδια άλλες «αιολικές και φωτοβολταϊκές Πτολεμαΐδες» αλλά να υπάρχει μια χάραξη πολιτικής που να καταμερίζει τη χωροθέτηση ΑΠΕ σε όλες τις περιοχές, όσο είναι αυτό εφικτό. Μελλοντικά ιδανικό σενάριο θα ήταν ανά περιφέρεια να παράγεται κατ αναλογία από ΑΠΕ ένας μεγάλο μέρος της ενέργειας που απαιτείται για τις δραστηριότητες και ανάγκες της περιοχής. Ωστόσο η ενεργειακή πολιτική που θα μας απασχολήσει πολύ τα επόμενα χρόνια, δεν πρέπει να είναι μόνο ζήτημα σχεδιασμού της κυβέρνησης αλλά και της αντιπολίτευσης και φυσικά κάθε ενεργού πολίτη. Δεν αρκεί μια πολιτική να έχει μόνο την έγκριση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, αλλά κυρίως την αποδοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας. Οι ΑΠΕ δεν είναι μια επενδυτική μόδα για να κινηθεί η αγορά, να δουλέψουν κάποιοι ή να απορροφηθούν κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά εθνική αναγκαιότητα. Είναι καιρός να το καταλάβουμε, αν και πάντα ο καθένας θα έχει τη δική του υποκειμενική οπτική. Ωστόσο είναι σημαντικό να έχουμε ολιστική εικόνα για τις ΑΠΕ και να μην εξετάζουμε μεμονωμένα τα πράγματα. Να γνωρίζουμε την αλήθεια και να μην πέφτουμε θύματα παραπληροφόρισης. Να επικρατήσει ο ρεαλισμός και όχι ο κακώς νοούμενος σουρεαλισμός. Ο Αμερικάνος συγγραφέας William Arthur Ward έλεγε: “Ο απαισιόδοξος παραπονιέται για τον άνεμο. Ο αισιόδοξος περιμένει τον άνεμο ν’ αλλάξει. Και ο ρεαλιστής ρυθμίζει τα πανιά.”
*Ο Μπούγιας Ι. Πέτρος είναι Αγρ.Τοπογράφος Μηχανικός, Msc «Περιβάλλον & Ανάπτυξη Ορεινών Περιοχών».