Επίσκεψη στο Νησάκι της Παμβώτιδας…

on .

• Του Αγίου Πνεύματος ανήμερα και με μια παρέα, είπαμε να επισκεφθούμε το Νησί της Παμβώτιδας. Πόθους λουσμένη η πρωινή ώρα στη λίμνη. Είναι η στιγμή που ξυπνά η Παμβώτιδα, ξετινάζοντας ανάλαφρα, τα διάφανα νυχτιάτικα πέπλα της.

Αδιάκριτοι κι εμείς θεατές μέσα στη λυρική μας αναπόληση χαιρόμαστε την ανατολή. Γλυκός ο ήλιος, γεμάτος θαλπωρή απαλογλιστρώντας θωπεύει χρυσαφένια δαντελωτά συμπλέγματα. Πίσω μας νωθρό το βλέμμα του Κάστρου, με το Δικεφαλικό περίγραμμα των Γιαννίνων, αποκαμωμένο από το φόρτωμα των αιώνων, ξεπλένει την παλιά του ιστορία στους καινούργιους καιρούς, ξαναβαφτίζοντας τους θρύλους στα στοιχειωμένα λιμνίσια νερά.
Αργά μ’ ένα πλεούμενο της γραμμής σεργιανίσαμε με το βλέμμα μας τις καλαμιές, που σαν περιδέραιο ηλιοστάλαχτο αγκαλιάζουν το νησάκι. Απ’ ένα ξέφωτο του πράσινου και χρυσαφένιου τείχους πατούμε στη νησιώτικη γη.
Απέναντι μας ούτε 200μ ο ορεινός όγκος Μιτσικελιού. Μεσούρανα βαφτισμένος πρόβαλε τις δίδυμες κορφές του. Απ’ τα σπλάχνα του αγάλια-αγάλια στάζει σιγοσέρνεται και κυλά το νερό απ’ τις πηγές του, πηγές αστείρευτες όπως η Ντραμπατοβά, το Μπλιτς, η Κρύα. Τα πλεούμενα γλιστρώντας αφήνουν πίσω τους, στις περήφανες χαίτες των κυμάτων θυσάνους αιωρουμένους που ιριδίζουν.
Όπου και να σταθείς στάζει τη γραφικότητα, σμιλευμένο από μια ξεχωριστή παράδοση. Στα τωρινά, τα παλιά κυριαρχούν, μ’ εκείνη τη γοητεία του μακρινού μυστηρίου και βιώνουν εποχές. Μας σκλαβώνουν τα καλντερίμια που σε οδηγούν σε κατακάθαρες λουλουδισμένες αυλές, όπου ανθοβολιά και μύρα. Όλα σε καλωσορίζουν.
Μια λωρίδα γης, επιπλέει στο νερό της λίμνης που το συντροφεύουν ημερωτικά ιτιές, πλατάνια και υδρόχαρα φυτά στ’ ακρογιάλια του και κωνοφόρα δέντρα στα πλευρά του, ως την κορφή τα’ Αϊ Λιά.
Αυτός ο ψαράδικος βίος κυλά στην ημερότητα των τρόπων και τον εξευγενισμό από κέντρα, όπου τα θρέμματα της λίμνης ψάρια, χέλια, καραβίδες, βατράχια προσφέρονται εδέσματα ορεκτικά στους ίδιους και στους πολυπληθείς επισκέπτες.
Προχωρούμε στα καλντερίμια του και τ’ ανηφορικά δρομάκια του, ανάμεσα από Βυζαντινές Μονές, ασκητικά κέντρα περισυλλογής που ιδρύθηκαν τον 13ο αιώνα.
Εφτά μοναστήρια βαστάνε φωλιασμένη την εκκλησιαστική του ιστορία και την παιδεία του νησιού, μέσα σε ναούς πολύτιμους της τέχνης και της ομορφιάς σε ασκηταριά βράχυνα σε ησυχαστήρια λυτρωτικά.
Στη θαμπή ησυχία, στα μισόφωτα των εκκλησιών, με την μυστική μουσική του βαθιού κόσμου, μ’ ευλάβεια αποθέτουμε τον σεβασμό στη μνήμη. Ανάβουμε κι εμείς ταπεινοί το ταπεινό κεράκι κι εγκαταλείπουμε στη σιγή τη φτωχιά του ανταύγεια, να σκεπάζει μ’ αναγνώριση το μεγάλο έργο. Ανταπόδοση, η ημέρωση, η διδαχή του εαυτού μας εκεί.
Οι ιστορικές Μονές απολιθωμένη ιστορία, κτίσματα αιώνων στη γαλήνη βλέπουμε με δέος τη δικαίωση των σκοπών εκείνων που τα έχτισαν, ναούς μορφωτικούς της παιδείας και τόπους λατρείας, των καταδιωκόμενων χριστιανών.
Ανάερες μορφές οι μοναχές στη Μονή Φιλανθρωπινών με το σιγανομίλημα της περισυλλογής τους αναβιώνουν και πάλι, αναταράζοντας του περασμένου κόσμου την πνευματική προσφορά.
Γι’ αυτό η έκσταση της σιωπής σε συνεπαίρνει στα Μοναστήρια που μέσα στο στενό χώρο, φρουρούμενο από τις εξαίσιες τοιχογραφίες αναζητάς ευσυνείδητους ιερωμένους σ’ εποχές σκλαβιάς και τυραννίας.
Το κέρδος σου από την επίσκεψη, η αυτοσυγκέντρωση, ένα βάπτισμα στην τέχνη και η ανάγνωση, με περηφάνια, μιας σελίδας του παλιού ελληνισμού. Ξεκουράζει και καρδιά και νου, το λυρικό μεθύσι, από τη διαδρομή.
Ήμασταν άτυχοι όμως γιατί λόγω κορωνοϊού το Μουσείο του Αλή-Πασά ήταν κλειστό και δεν θαυμάσαμε τα περίφημα εκθέματα του Φώτη- ο Φώτης αυτό το “αγρίμι” του Μ. Σακελαρόπουλου στο βιβλίο “Πικρό Γάλα” που δεν συνταίριαζε με τις επιταγές της Φρειδερίκης -εκείνα τα πέτρινα χρόνια και που έκρυβε μέσα του τόση ευαισθησία και Εθνικό φρόνιμα- όντας αγράμματος. Και έτσι δεν βρεθήκαμε στο κεφαλόσκαλο που κόπηκε του Αλή-Πάσα το κεφάλι, του λιονταριού της Ηπείρου.
Βιώνοντας, έστω και για λίγο, προσκυνητές των μοναστηριών, αλλά και μάρτυρες σιγαλιάς, σαλπίσματα θεία να κυκλοφέρουν τον ιερό τόπο, ήρθε η ώρα της επιστροφής.
Δειλινό πια κι όλοι μας αγναντεύοντας «δώρο θεσπέσιο στην όραση» το πανόραμα των Γιαννίνων, θεατές της ομορφιάς του νησιού, κι εκεί, καταντικρύ, μακρινός αχός, ο αχός της πολιτείας των Γιαννίνων.
(ΜΕΤΣΟΒΟ)