Η μεταμφίεση στη διαχρονική πορεία του ανθρώπου…

on .

Αποκριές οσονούπω και επίκαιρη όσο και άκρως ενδιαφέρουσα είναι η πρόσκληση να παρακολουθήσουμε από κοινού τη δαχρονική πορεία της ανθρώπινης μεταμφίεσης. Γιατί το μόνο σίγουρο είναι ότι «χάνεται» στα πανάρχαια χρόνια, μακριά στις εσχατιές του παρελθόντος, ως συνοδό στοιχείο πολλών πολιτισμών (Ίνκας, Μάγια, αρχαιοελληνικό, αιγυπτιακό, βαβυλωνιακό, ρωμαϊκό). Την πιο αδιάσειστη δε απόδειξη  αποτελεί τόσο η λαογραφική όσο και η λογοτεχνική, στους περισσότερους από αυτούς, καταγραφή της. 

Δομικό στοιχείο της μεταμφίεσης αποτελούσε ανέκαθεν η σχέση της με την ταυτότητα του μεταμφιεσμένου, η απόκρυψη της «πραγματικής εικόνας» ή «η επικάλυψη της ταυτότητας». Σε μια τέτοια περίπτωση ο χαρακτήρας μπορεί να υποδύεται δύο ή περισσότερους ρόλους, μέσα από μια πλειάδα προσώπων/προσωπείων. Ο άνθρωπος μια φορά τον χρόνο θέλει να γίνει «ο άλλος», να κάνει την ανατροπή, ένα είδος υπολανθάνουσας προσωπικής εξέγερσης. Προφανώς και η ανατροπή δεν γίνεται μόνο με τη μάσκα («προσωπίδα»), αλλά με μια ολόκληρη σκευή από δέρματα, κουδούνια και διάφορα άλλα υλικά που χρησιμοποιούν προκειμένου να φτιάξουν τις φορεσιές, εξαιρετικά σημαντικές, με μια εξίσου σημαντική σημειολογία. Οι μετέχοντες και συμβαλλόμενοι στις τελετές αυτές γίνονται προς στιγμήν και καθ’ όλη τη διάρκειά τους άλλοι αντί του καθημερινού και πεζού εαυτού τους. 

Αυτό είναι και το εχέγγυο για την απελευθερωτική διάσταση και τη γοητεία που παρέχει η μεταμόρφωση, το μασκάρεμα, ενώ πάντα στο βάθος και κατά τη διάρκεια της τελετουργικής πράξης και «έκστασης» ο προσωπιδοφόρος προσδοκά στην ουσία τη συνάντηση με το πραγματικό του πρόσωπο. Η λεγόμενη «παρενδυσία», που εκτείνεται από την παροδική επιθυμία του πειραματισμού με την ταυτότητα φύλου και στη συνέχεια με πολλαπλές περιπτώσεις μεταμφίεσης, όπως αλλαγές εθνότητας, θρησκείας, ιδιότητας ή και ηλικίας, συναντιέται, σύμφωνα με την ερμηνεία της Ψυχολογίας και της Ψυχανάλυσης, με την καταπιεσμένη (απωθημένη) εσώτερη επιθυμία, καθώς και με τη φαντασία του μεταμφιεζόμενου. Άλλωστε, όλοι έχουμε στιγμές του εαυτού μας που θέλουμε να ξεχάσουμε. Είναι εκείνος ο εαυτός μας που έχασε κάποτε τον έλεγχο, που λοξοδρόμησε, που παρεκτράπηκε, που μας έκανε να ντραπούμε.

Η ελληνική λαογραφία, για να περιοριστούμε στα καθ’ ημάς, γέμει από αποκριάτικα έθιμα μεταμφίεσης, με τα ελληνικά έθιμα των μεταμφιεσμένων και προσωπιδοφόρων να αποτελούν τα κατεξοχήν παραδοσιακά τελετουργικά δρώμενα της λαϊκής μας λατρείας. Στα περισσότερα από τα δρώμενα των μεταμφιεσμένων ο τελετουργικός, λατρευτικός χαρακτήρας -με την έννοια του θρησκευτικού- είναι έκδηλος ακόμη και στις περιπτώσεις που φαίνεται να υπερισχύουν άλλοι παράγοντες, όπως ο σατιρικός, ο κωμικός, ο διασκεδαστικός κτλ.. Η μεταμφίεση μέσα από το πρίσμα της Παράδοσης, υποδηλώνει και μας βοηθά να κατανοήσουμε κοινωνικές πτυχές, παρέχοντας χρήσιμες πληροφορίες για συμβολισμούς, αξίες ή ακόμα και κοινωνικές δομές. Οι μάσκες της αποκριάς είναι περισσότερο εξαγνιστικές και έχουν να κάνουν περισσότερο με την ευγονία, με την καλοχρονιά, δηλαδή, της γης. Είναι, ακόμη, μάσκες φαλλικές, αφού ο λαός απελευθερωμένος από κοινωνικούς καθωσπρεπισμούς, δεν διστάζει να αναδεικνύει τα φαλλικά στοιχεία και τούτο επιβεβαιώνεται τόσο με τα διάφορα δρώμενα, όσο και με τους «αθυρόστομους» στίχους των τραγουδιών εκείνης της περιόδου. Χαρακτηριστικές όσο και αξιόλογες είναι οι σχετικές συλλογές της αείμνηστης Δόμνας Σαμίου. 

Ολοφάνερος, βεβαίως, είναι ο αρχαιοελληνικός τους χαρακτήρας, όπως και η προέλευσή τους από τα μυστήρια των αρχαίων Ελλήνων, Ελευσίνια και Διονύσια (σε τρεις κύκλους: Μικρά ή κατ΄ αγρούς, Ανθεστήρια ή Λήναια και Μεγάλα ή εν άστει). Εξίσου όμως διακριτή είναι η επίδραση σ’ αυτά και της λοιπής ελληνικής συνέχειας και διάρκειας. Αυτό αποτελεί μια εθνολογική -λαογραφική ομολογία, που πασιφανώς διατείνεται και συνηγορεί στη συνέχεια του πολιτισμού μας, όπως επισημαίνουν κορυφαίοι λαογράφοι, ο Ν. Πολίτης, ο Γ. Μέγας,ο Δημ. Λουκάτος, ο Μιχ. Μερακλής  κ.ά.

Ερχόμενοι τώρα στην «μικρή μας πόλη» του Δημ. Χατζή, τα έθιμα των Αποκριών αποκτούν μέσω της «τζαμάλας» -έθιμο που έλκει την καταγωγή του στην τουρκοκρατία- έναν ξεχωριστό χαρακτήρα, ενώ τα αποκριάτικα στιχοπλάκια, αυτοσχέδια στιχουργικά κατασκευάσματα με βακχικό χαρακτήρα, έπαιρναν και έδιναν, σατιρίζοντας κοινωνικοπολιτικές, οικονομικές («έρμη φτώχεια») καταστάσεις, ακόμη και δημόσια πρόσωπα. Οι Τζαμάλες είναι ο ιδιότυπος συνοικιακός εορτασμός της αποκριάς που αναβιώνει κάθε χρόνο στα Γιάννενα. 

Στην πλατεία της κάθε συνοικίας (μαχαλά), του Κάστρου και του Κουρμανιού, της Σιαράβας και της Καλούτσιας στο τζαμί, του Κουραμπά και της Καραβατιάς, των Ζευγαριών και της Λούτσας, μέσα σε έναν κύκλο από άμμο, τοποθετούνται κούτσουρα και μικροί κορμοί δέντρων και ανάβεται φωτιά που καίει μέχρι το πρωί της Καθαράς Δευτέρας, ενώ γύρω του ξεφαντώνουν χορεύοντας και τραγουδώντας προσωπιδοφόροι και μη, άλλοτε με τη συνοδεία ζωντανής ορχήστρας και άλλοτε με τους ήχους του γραμμοφώνου παλιότερα, του στεροφωνικού αργότερα και του cd σήμερα, αποκριάτικα σατιρικά και μη («Χαραλάμπης», «Πώς στουμπίζουν το πιπέρι», «Στα Γιάννενα στον Κουραμπά», «Ξύλα για τις αποκριές να χορεύουν οι γριές με τις παρδαλές ποδιές» και μια πλειάδα άλλων),  το χορό πρωτοσέρνοντας τα Χορευτικά των ομώνυμων Πολιτιστικών Συλλόγων, συχνά με μια διαγωνιστική διάθεση για το ποια συνοικία θα παρουσιάσει αφενός την καλύτερη «φωτιά»(τζόρα), αφετέρου το καλύτερο γλέντι.Η διανομή της περιβόητης καζανίσιας φασολάδας κατά τις μεταμεσονύκτιες ώρες σε όλους τους συμμετέχοντες, αλλά και παρευρισκόμενους, συμπληρώνει το όλο τελετουργικό.             

Καλές Απόκριες σε όλους μας!