Οι προλήψεις του τότε και πώς τις αντιμετώπιζαν…

on .

 Στην περιοχή του Πωγωνίου, αλλά και στις όμορες γειτονικές περιοχές (Δερόπολη – Κόνιτσα – Ζαγόρι), σε παλιότερες εποχές, όταν τα χωριά ήταν γεμάτα από κατοίκους και η ζωή ακολουθούσε τους δικούς της ρυθμούς, τηρούσαν σχολαστικά τις προλήψεις, λείψανα από τα αρχαία ειδωλολατρικά χρόνια. Σήμερα, δεν υπάρχει ζωή στα χωριά μας, έπεσε θύμα του σφοδρού ανέμου της αποδημίας και του μοντέρνου, σύγχρονου πολιτισμού.

Από ορισμένους γέροντες της περιοχής Πωγωνιανής

κατέγραψα μερικές προλήψεις και τους τρόπους με τους οποίους προσπαθούσαν οι άνθρωποι να τις αποφύγουν. Τις παραθέτω όπως τις άκουσα:

- Όταν κάποιος ετοιμαζόταν για ταξίδι υπήρχε πρόληψη ότι δεν θα επέστρεφε στο χωριό του εάν, κατά τη διάρκεια της ημέρας που θα αναχωρούσε, δεν έμενε ανοιχτή η πόρτα του σπιτιού ή εάν σκούπιζαν τα δωμάτια και την αυλή. Όλη την ημέρα της αναχώρησης του ταξιδιώτη έμεναν ασκούπιστα, ασυγύριστα.

- Όσοι αντίκριζαν για πρώτη φορά το νεογέννητο, για να μην το βασκάνουν, έφτυναν τρεις φορές το πρόσωπο του μωρού ή έβαζαν σιάλι στο στόμα του. Προληπτικά της βασκανίας ήταν το εξής: Μαύριζαν το μέτωπο (τη μπάλα) του μωρού με σκόνη από κάπνα, που τη μάζευαν από την καπνοδόχο ή από τον φούρνο.

-Όταν έβλεπαν ότι το παιδί θα αρρώσταινε, πριν εκδηλωνόταν η αρρώστια, έκλεβαν μια τρίχα ή κάτι άλλο από τα ρούχα εκείνου που θεωρούσαν υπαίτιο της βασκανίας. Εκείνα που έκλεβαν τα έκαιγαν και τη στάχτη την ανακάτευαν με λίγο νερό, με το οποίο πότιζαν το βρέφος. Άλλες φορές μέσα σε ένα ποτήρι γεμάτο με νερό έσβηναν αναμμένο κάρβουνο. Το νερό αυτό το χρησιμοποιούσαν για φάρμακο (αρρωστικό).

- Παιδιά δεν έπρεπε να βαφτίζονται την ημέρα που πιάνεται το φεγγάρι ή την πρώτη μέρα μετά την πανσέληνο, γιατί, σε αντίθετη περίπτωση δεν ζουν.

- Μέχρι να συμπληρωθεί ένας χρόνος από την ημέρα της βάφτισης, δεν έπρεπε να λούζονται την εβδομάδα που βαφτίστηκαν, γιατί κινδυνεύουν να πεθάνουν.

- Για να λυθεί η γλώσσα των παιδιών που αργούσαν να προφέρουν τις πρώτες λέξεις, τα περιέφεραν στις πλάτες σε όλες τις γειτονιές του χωριού. Μόνο έτσι θα λυνόταν η γλώσσα και θα μιλούσαν.

- Την πρώτη μέρα του Μάρτη έδιναν στα παιδιά τα λεγόμενα «Μαρτίτσια» για να μην τα μαυρίσει ο Μαρτιάτικος ήλιος. Τα «Μαρτίτσια» αποτελούνταν από μια λευκή και κόκκινη κλωστή, που την έδεναν στον καρπό του χεριού ή την κρεμούσαν από το λαιμό.

- Οι νεόνυμφοι ποτέ δεν συνοδεύουν κηδείες, ούτε παρευρίσκονται στο σπίτι του νεκρού. Κατά την τελετή των αρραβώνων και στα «πιστρόφια» με τον γάμο, οι συγγενείς και οι φίλοι του γαμπρού που πηγαίνουν στο σπίτι της νύφης, δεν επιτρεπόταν να αποτελούν περιττό αριθμό, αλλά ζυγό, γιατί εάν πήγαιναν με περιττό αριθμό δεν πρόκοβαν τα νιόγαμπρα. Δεν πρόκοβαν επίσης εάν ένα χρόνο μετά το γάμο η μητέρα της νύφης δεν προσφέρει στην οικογένεια του γαμπρού ένα ζευγάρι μαύρες όρνιθες (κότες). Κατά τον χρόνο της προσφοράς τραγουδούσαν: «Μαύρα τα πουλιά / άσπροι και λαμπροί αυτοί».

-Το κρασί ξινίζει εάν κατά την τελευταία μέρα της σελήνης και μέχρι να πιαστεί η νέα, το μεταφέρουν από το ένα βαρέλι στο άλλο.

- Τρεις μέρες στις αρχές του Μάρτη, τρεις στα μέσα και τρεις στο τέλος του ίδιου μήνα, δεν επιτρέπουν να κόψουν ξύλα ή να κλαδέψουν. Επίσης, τρεις μέρες στις Αρχές Αυγούστου, τρεις στα μέσα και τρεις στο τέλος δεν έπρεπε να πλένουν. Οι μέρες αυτές είναι οι λεγόμενες δρύμες. Για τις δρύμες σώζεται και η φράση:

«Τ’ Αυγούστου η δρύμη στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα».