Η Άλωση πέραν των μύθων και των παραδόσεων…

on .

 «Αποφράδα ημέρα του ελληνισμού» η 29η Μαϊου, όπως χαρακτηρίστηκε, και στην αναπόφευκτα περιορισμένη έκταση ενός επιφυλλιδκού σημειώματος θα επιχειρήσουμε, μέσω της μελέτης κορυφαίων Ελλήνων και ξένων Βυζαντινολόγων, να καταδυθούμε στο βάθος των αιτίων που οδήγησαν στην πτώση του επί χίλια και πλέον έτη κυρίαρχου byzantium imperium. Για δύο λόγους: και για να απεκδύσουμε το κορυφαίο αυτό γεγονός από τα ποικίλα ενδύματα των μύθων και των

παραδόσεων που κατά καιρούς ο ελληνικός λαός έντυσε, και γιατί πιστεύουμε ακράδαντα πως ο δημιουργικός ιστορισμός, η μετουσίωση δηλαδή των αξιών του παρελθόντος σε σπέρματα νέας ζωής, μπορεί ν’ αποβεί φωτεινός οδοδείκτης τόσο του παρόντος όσο και του μέλλοντος ενός λαού κατά το «όλβιος όστις ιστορίης έσχεν μάθησιν» του Ευριπίδη, καλότυχος όποιος μαθαίνει από την Ιστορία, όσο και κατά το «historia magistra vitae», η Ιστορία δάσκαλος της ζωής, του Ρωμαίου ρητοροδιδάσκαλου και πολιτικού Κικέρωνα. 

Τρίτη 29 Μαΐου 1453: Μετά από πολιορκία περίπου δύο μηνών η Κωνσταντινούπολη πέφτει. Ο Μώαμεθ ο Β', με στρατό 150.000 ατόμων, καταφέρνει να αλώσει τη Βασιλεύουσα (είχε φτάσει μπροστά στα τείχη της στις 5 Απριλίου) και ουσιαστικά να βάλει την ταφόπλακα σε αυτό που εμείς σήμερα γνωρίζουμε ως Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ποιες ήταν όμως οι συνθήκες που οδήγησαν στην παρακμή και στην Άλωση που σήμανε και τη διάλυση του Βυζαντίου. Ποιο ήταν το κλίμα που επικρατούσε μέσα στον Πόλη τον καιρό της πολιορκίας και ποιοι είναι οι μύθοι που έχουν επικρατήσει γύρω από τα γεγονότα της 29ης Μαΐου 1453; 

Για την κατάσταση που επικρατεί στην Κωνσταντινούπολη λίγο πριν την Άλωση η κορυφαία Βυζαντινολόγος Ελένη Γλύκαντζη –Αρβελέρ αναφέρει σε συνέντευξή της που είχε παραχωρήσει στα "Νέα", 29-5-2020: «Βρισκόμαστε στα μέσα του 15ου αιώνα, γύρω στο 1450. Η Πόλη είναι μια μικρή πόλη πια - έχει δεν έχει 70.000 κατοίκους, όταν άλλοτε είχε περάσει το μισό εκατομμύριο. Η Πόλη έχει αποδεκατιστεί από την πανώλη και τις αλλεπάλληλες πολιορκίες των Τούρκων. Αλλά και από τις διαμάχες των Δυτικών, αφού οι προστριβές Γενοβέζων και Βενετσιάνων γίνονταν στο λιμάνι της μέσα. Υπήρχε και μια τάση ανεξαρτητοποίησης των λίγων χωρών που παρέμεναν ελεύθερες- όχι μόνο του Μυστρά που παρεμπιπτόντως έπεσε το 1460, επίσης στις 29 Μαΐου! Η κατάσταση ήταν μιας ανασφάλειας γενικής». 

Η πλειονότητα των Ελλήνων και των ξένων Βυζαντινολόγων (Κων/νος Άμαντος, Διονύσιος Ζακυθηνός, Φαίδων Κουκουλές, Σπυρίδων Λάμπρος, Μανόλης Χατζηδάκης, Βασίλιεφ, Οστρογκόρσκι, Κρουμπάχερ, Γκιγιάν κ.ά)  συμφωνούν πως μέσα στην Πόλη το κλίμα ήταν εμφυλιακό: Υπήρχε μια μεγάλη ενωτική και ανθενωτική διαμάχη, υπέρ και εναντίον της Ένωσης των Εκκλησιών. Οι αντίθετοι στην Ενωση συμμαχούσαν και με τους Τούρκους και ήταν οι λεγόμενες παρά φύσιν συμμαχίες. Οι υπέρμαχοι της Ένωσης διακήρυσσαν: “Οταν οι δύο Ρώμες ήταν ενωμένες διαφεντεύαμε τον κόσμο. Όταν διχάστηκαν, χάσαμε τα πρωτεία”. Με αυτή την έννοια η πραγματική πτώση της Πόλης χρονολογείται από το 1204 και μετά. Η ανθενωτική διαμάχη πήρε μάλιστα τεράστιες διαστάσεις μετά το 1438 και τη Σύνοδο της Φερράρας. Εκεί ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ ξεσήκωσε την Εκκλησία σε μια τελευταία προσπάθεια Ένωσης, αλλά ενώ η διανόηση ήθελε να είναι αναγεννησιακή, η Εκκλησία παρέμενε φανατικά προσηλωμένη σε μια ουτοπική συντήρηση.

Στην παρακμή της Αυτοκρατορίας και της Πόλης είχαν συμβάλει και οι δεισιδαιμονίες, οι οποίες τρέφονταν από τις κατά καιρούς προφητείες που προφήτευαν το τέλος της Πόλης και μαζί το τέλος του κόσμου και της Ιστορίας. Αυτό ήταν, λοιπόν, το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη της εποχής. Δεισιδαιμονία, διχόνοια, φτώχεια, κακομοιριά. Όπως λέει και ο Παλαμάς στον «Δωδεκάλογο του Γύφτου»: «Και ήταν οι καιροί που η Πόλη/ πόρνη σε μετάνοιες ξενυχτούσε/ και τα χέρια της δεμένα τα κρατούσε/ και καρτέραγ΄ ένα μακελάρη (...) Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρει». Ήταν φανερό πλέον ότι η Πόλη δεν μπορούσε να σταθεί μόνη της όρθια. Ο Μανουήλ έτρεχε να δει τους Καρόλους, ο Ιωάννης πήγε στη Φερράρα. Είναι η εποχή των επαιτών αυτοκρατόρων. Πήγαιναν επαίτες στη Δύση, έστω και αν τους δέχονταν εκεί με τιμές και δόξες. Η περιβόητη Κερκόπορτα δεν ήταν παρά ένα σύμβολο προδοσίας. Οι Χριστιανοί μέσα στην πόλη ήταν διχασμένοι, όπως πάντα οι Έλληνες, σε Ενωτικούς και Ανθενωτικούς, επιβεβαιώνοντας την διαχρονική διαπίστωση ότι οι μεγάλες αυτοκρατορίες πέφτουν εκ των έσω.

Καταλήγοντας, μέσα από τα κείμενα των κορυφαίων Βυζαντινολόγων τεκμαίρεται ότι το Βυζάντιο είναι η ελληνική γλώσσα και η ορθοδοξία, δηλαδή τα δύο βασικά συστατικά της ελληνοσύνης. Παρότι μια πολυεθνική αυτοκρατορία το Βυζάντιο, ήταν μια αυτοκρατορία ελληνόφωνη (όχι ελληνική). Το ότι το Βυζάντιο ήταν ελληνόφωνο έσωσε όλον τον ελληνικό πολιτισμό, αρχαίο και ελληνιστικό. Γιατί το Βυζάντιο παραμένει μέχρι σήμερα ζωντανό. Από το “Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια” της Εκκλησίας, μέχρι τις πάμπολλες βυζαντινές παροιμίες που διατηρήθηκαν μέχρι τις μέρες μας: Λέμε “έφαγε τον περίδρομο” επειδή το πινάκιο, το βαθύ πιάτο των Βυζαντινών, είχε γύρω γύρω ένα περιθώριο όπου ξεχείλιζε το φαγητό. Ή λέμε “τα παίζει στα δάχτυλα”, επειδή ακριβώς οι Βυζαντινοί μετρούσαν τα πάντα. Είναι μια οργανική συνέχεια που εκφράζεται με τη λέξη ρωμιοσύνη. Μια φυλή «συνότζαιρη του κόσμου», σύμφωνα με τον Εθνικό Ποιητή της Κύπρου Βασίλη Μιχαηλίδη. Τέτοια που μόνο από μας τους ίδιους κινδυνεύει.