Τα Γιάννενα να υδροδοτηθούν από Τζουμέρκα – Περιστέρι!

on .

Η μείωση των παροχών των πηγών Κρύας και Τούμπας από τις οποίες εξυπηρετείται σήμερα η ύδρευση των Ιωαννίνων σε συνδυασμό με την υποβάθμιση της λίμνης Παμβώτιδας από την οποία αρδεύονται οι εκτάσεις του λεκανοπεδίου έχουν προκαλέσει σειρά προβληματισμών και αντίστοιχων ημερίδων, η κατάληξη των οποίων υπήρξε η ανάθεση και σύνταξη σχετικής μελέτης αναζήτησης νέων υδάτινων πόρων. Παλαιότερη μελέτη (ΥΔΡΟΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΕ – Ιούνιος 1994) κατέληξε στη λύση της ενίσχυσης του λεκανοπεδίου με νερά του παραπόταμου του Αράχθου Μετσοβίτικου μέσω φράγματος και σηράγγων (Γότιστα – Δρίσκος) συνολικού μήκους περί τα 7 χιλιόμετρα και εκτιμώμενης σημερινής δαπάνης της τάξης των 50 εκ. ευρώ, της οποίας η υλοποίηση εκκρεμεί.

Στις σχετικές αναζητήσεις, η ανωτέρω μελέτη, το θέμα των υδατικών πόρων από την περιοχή Τζουμέρκων - Περιστερίου το προσπερνά με τη γενική παρατήρηση της ανεπάρκειας μετρήσεων παροχών των πηγών Ματσουκίου χωρίς να αναφέρεται σε άλλους υδάτινους πόρους της περιοχής. 

Η πρότασή μας

Ο υπογράφων, στα πλαίσια των ερευνών του για Μικρά Υδροηλεκτρικά Έργα (ΜΥΗΕ) στη Χώρα μας έχει προβεί, εξ’ ιδίας πρωτοβουλίας, στην επταετία 1999-2005 σε μετρήσεις τόσο των πηγών Ματσουκίου και άλλων πηγών όσο και των υδατορεμάτων Σιρακιώτικο και Μονοδένδρι και σε συνδυασμό με μετρήσεις της ΔΕΗ στον παραπόταμο του Αράχθου Καλαρρύτικο (γέφυρα Γκόγκου – περίοδος 1951-1989) διαπίστωσε ότι όχι μόνο υπάρχει επάρκεια και τεχνική δυνατότητα κάλυψης των αναφερόμενων στο θέμα αναγκών από την υπόψη περιοχή αλλά και πληθώρα άλλων πλεονεκτημάτων της πρότασής μας και συγκεκριμένα:

- Νερό, κατά τεκμήριο, καθαρό, προερχόμενο μόνο από πηγές ή από πηγές και υδατορέματα ορεινών όγκων

- Ποσότητες 36 εκ. m3/χρόνο (μόνο πηγές) ή ≥ 55 εκ. m3/χρόνο, στη δεύτερη, ως άνω περίπτωση, που επαρκούν τόσο για μία μακροπρόθεσμη προοπτική ύδρευσης της περιοχής (150.000 κάτοικοι Χ 100m3/χρόνο = 15 εκ. m3 και μάλιστα με κατανάλωση ανεπτυγμένης κοινωνίας 0,3 m3/κάτοικο/ημέρα) όσο και για την εξυγίανση και εμπλουτισμό της λίμνης Παμβώτιδας ακόμα και για την κάλυψη σημαντικού τμήματος των αναγκών άρδευσης.

- Δαπάνη σχετικών έργων της τάξης των 30 εκ. ευρώ (από πηγές), 40 εκ. ευρώ (από υδατορέματα με αγωγούς) και 50 εκ. ευρώ (από υδατορέματα με αγωγούς και με σήραγγες).

- Απαλλαγή από τις συγκριτικά μεγάλες δαπάνες άντλησης (ενέργεια – προσωπικό – μηχανήματα – συντηρήσεις κλπ.) δεδομένου ότι η σημερινή κατάσταση αλλά και εκείνη της αναφερθείσης μελέτης προβλέπει άντληση των απαιτούμενων ποσοτήτων σε μέσο μανομετρικό της τάξης των 250m, δηλαδή 1,4Kwh/m3 περίπου ενώ στην πρότασή μας το νερό έρχεται με φυσική ροή καθόσον η καταληκτική δεξαμενή Καστρίτσας της πρότασης τοποθετείται στο υψόμετρο +750, ήτοι υψηλότερα των αντίστοιχων του συνόλου σχεδόν (πλην Άνω Μαρμάρων) των δεξαμενών άντλησης υδρεύσεων και αρδεύσεων του λεκανοπεδίου.

- Εκμετάλλευση σημαντικού τμήματος της μεγάλης υψομετρικής διαφοράς με τη δημιουργία ΜΥΗΕ κατά μήκος του έργου.

- Δυνατότητα κάλυψης αναγκών ύδρευσης και οικισμών πέραν του λεκανοπεδίου Ιωαννίνων και μάλιστα στο συντριπτικό ποσοστό των περιπτώσεων χωρίς άντληση (δεξαμενή Πετροβουνίου σε περίπτωση αγωγών στα +1030μ.)

- Σημειώνεται επίσης ότι και η ενεργειακή πλευρά είναι υπέρ της προτεινόμενης λύσης καθόσον το ύψος πτώσης των κατάντη υδροηλεκτρικών της ΔΕΗ (Πουρνάρι Ι και Πουρνάρι ΙΙ, ΔΗ~100m) στον Άραχθο είναι μικρότερο εκείνου του έργου Κληματιάς (>200m) στον Καλαμά χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ενέργεια των κατά μήκους του έργου, ως άνω, ΜΥΗΕ.

- Αξιοπρόσεκτη είναι και η επιχειρηματική άποψη καθόσον, πέραν των εσόδων από τα ΜΥΗΕ, το κόστος δεν ξεπερνά τα 0,2 €/m3 (προϋποθέσεις: δανεισμός 10ετίας με 8%, απόσβεση – συντήρηση και ασφάλιση 1,5 και 0,5% αντίστοιχα και δαπάνες διοίκησης-λειτουργίας της τάξης των 500 χιλ €/χρόνο) τιμή που κυμαίνεται στο ήμισυ των μικρότερων χρεώσεων συνήθων δικτύων ύδρευσης.

Οι άλλες προτάσεις

Ως προς τη χρησιμοποίηση των πηγών Αμαράντου Κόνιτσας (+770m) για τον ίδιο σκοπό σημειώνουμε τα ακόλουθα:

α) Η κατά τους μήνες Αύγουστο - Οκτώβριο παροχή των 600 λ/δλ των υπόψη πηγών δεν καλύπτει τις ανάγκες του λεκανοπεδίου και στην περίπτωση ακόμη ολικής απόληψης, χωρίς δηλαδή να λαμβάνονται υπόψη οι ενδιάμεσες ανάγκες (Δήμος Κόνιτσας κ.ά.).

β) Η απόσταση είναι σχεδόν διπλάσια (60 χλμ.) της πρότασής μας ο δε προϋπολογισμός προβλέπεται σχεδόν τριπλάσιος (πάνω από 80 εκ. ευρώ) καθόσον για την αποφυγή μεγάλων πιέσεων θα απαιτηθεί σημαντικό μήκος δαπανηρών σηράγγων.

γ) Επίσης, όση προσπάθεια και να γίνει για τη μείωση των κλίσεων με τη χρησιμοποίηση σωλήνων μεγάλης διαμέτρου δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί και η ανάγκη σημαντικού ύψους αντλήσεων μέχρι τις δεξαμενές του σημερινού δικτύου.

Σχετικά με τη λύση του προβλήματος με νερά της τεχνητής λίμνης πηγών Αώου (συζητιέται και αυτή) παρατηρούμε τα ακόλουθα:

α) Ακυρώνει σε σημαντικό βαθμό την απόδοση των υδροηλεκτρικών έργων της ΔΕΗ Πηγών Αώου και Μετσοβίτικου που χρησιμοποιούν ετησίως περί τα 120 εκ. m3 της ανωτέρω λίμνης. Έτσι για 30 εκ. m3 του υπόψη έργου μειώνεται η παραγωγή της ΔΕΗ κατά 25% (30:120=0,25) και για μεγαλύτερες ποσότητες ακόμα περισσότερο.

β)Δεν συμβάλει στην εξυγίανση της λίμνης Παμβώτιδας λόγω οριακών ποσοτήτων (εξαιτίας της ΔΕΗ).

Συνοπτική πρόταση

Ως συμπέρασμα λοιπόν προκύπτει ότι με την υλοποίηση της πρότασή μας επιλύονται όλα τα υδάτινα θέματα του λεκανοπεδίου, σταματά, προφανώς, η λειτουργία των αντλιοστασίων ύδρευσης Κρύας και Τούμπας, του αντλιοστασίου άρδευσης Πόρου, η υπόγεια στάθμη επανέρχεται βαθμηδόν στα αρχικά της επίπεδα, οι ομώνυμες πηγές καθώς και εκείνη της Ντραμπάτοβας θα επανεμφανιστούν (με τις έντονες αντλήσεις εξαφανίστηκαν ενώ της Ντραμπάτοβας έχει αναστραφεί η λειτουργία της) και η λίμνη θα επανέλθει ποσοτικά και ιδιαίτερα ποιοτικά στην αρχική προ 40ετίας κατάσταση (τοπικές εισροές αλλά και εμπλουτισμός από το νέο έργο) περιοριζόμενη στην κάλυψη των αρδευτικών αναγκών των περίπου 40.000 στρεμμάτων (όσα έχουν απομείνει λόγω επέκτασης οικισμών από τα αρχικά 60.000) με μία ετήσια λογική πτώση της στάθμης της τάξης των 0,70m ή και λιγότερο από τη νομοθετημένη ανώτατη (470,20m.).

Κατά συνέπεια, κρίνεται σκόπιμο να συνεξεταστεί τουλάχιστον η πρότασή μας σε σύγκριση με την σχετική μελέτη εκ των πηγών Αμαράντου Κόνιτσας ή με εκείνη της μελέτης ΥΔΡΟΣΥΣΤΗΜΑ ή ενδεχομένως και με άλλες και σε περίπτωση τέτοιας εξέτασης είμαστε σε θέση να υποβάλλουμε λεπτομερέστερα στοιχεία ήτοι: υδρομετρήσεις απευθείας (προσωπικές) και δια αναγωγής, οριζοντιογραφίες, μηκοτομές, προϋπολογισμούς (τρεις λύσεις) κοστολόγηση μονάδας (m3) καθώς επίσης στοιχεία των ΜΥΗΕ (για κάθε περίπτωση) κατά μήκος των έργων. 

*Ο Αθανάσιος Ντάσκας είναι Πολιτικός Μηχανικός – Περιβαλλοντολόγος -Υδραυλικός Μηχανικός και Υδρολόγος των Πολυτεχνείου και Πανεπιστημίου Grenoble.