Ο Άγιος Αθανάσιος στύλος της ορθοδοξίας!

on .

Ο  Άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε περί το 295 μ.Χ. Την θεολογική μόρφωση του την πήρε στη θεολογική Σχολή της Αλεξάνδρειας.

Σε ηλικία 25 ετών χειροτονήθηκε διάκονος από τον επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο. Τον  συνόδευσε και στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο το 325 μ.Χ., στη Νίκαια και εκεί αναδείχθηκε πρωτεργάτης στην καταδίκη της αιρετικής διδασκαλίας του Αρείου. Το 328 μ.Χ. και σε ηλικία 33 ετών ο Αθανάσιος εξελέγη Επίσκοπος  Αλεξανδρείας  και αρνήθηκε να δεχθεί σε κοινωνία τον Άρειο, παρά το γεγονός ότι το 327 μ.Χ. σύνοδος Επισκόπων με πλειοψηφία αρειανιστών αποφάσισε την αναίρεση του αφορισμού του Αρείου και ο Μ. Κων/νος ανακάλεσε τον Άρειο από την εξορία του και  διέταξε, ο Άρειος να γίνει δεκτός στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας.

Το 334 μ.Χ. με στόχο την κοινωνική ειρήνη ο Κων/νος συνεκάλεσε σύνοδο Επισκόπων στην Καισάρεια και το 335 μ.Χ. νέα σύνοδο στην Τύρο. Σ΄αυτές, πέρα από τις δογματικές διαφορές, ανεφύησαν και προσωπικές διαφορές μεταξύ των αντιπάλων μερίδων Επισκόπων. Στη σύνοδο της Τύπου αποφασίστηκε καθαίρεση του Αθανασίου ως Επισκόπου Αλεξανδρείας.

Αρειανιστές Επίσκοποι κατηγόρησαν τον Αθανάσιο στον Μ. Κων/νο ως αντιπολιτευόμενο την ειρηνευτική πολιτική του και ότι ενέργειες του εμπόδιζαν την μεταφορά σιτηρών στην Κων/πολη από την Αίγυπτο. Ο Μ. Κων/νος κάλεσε σε ακρόαση τον Αθανάσιο. Αυτός  πιστός στο ορθόδοξο δόγμα, ενώπιον του αναδείχθηκε ανυποχώρητος μαχητής της Ορθοδοξίας, ικανός για κάθε θυσία και με αποφασιστικό θάρρος αντιστάθηκε στον παντοδύναμο Αυτοκράτορα, υπερασπιζόμενος την αυτονομία της Εκκλησίας. Στο πρόσωπο του Αθανασίου ο Κων/νος αντιμετώπισε την πιο ισχυρή, την πιο αλύγιστη προσωπικότητα της εποχής του. Ο Αθανάσιος δεν μπόρεσε όμως να αντικρούσει με πειστικότητα τις κατηγορίες για αντιπολίτευση και ο Κων/νος επεμβαίνοντας στα της Εκκλησίας  επικύρωσε την απόφασή των κατηγόρων του  περί καθαιρέσεως του. Ταυτόχρονα τον εξόρισε στους Τρεβήρους της Γαλατίας.

Αυτή ήταν η πρώτη του εξορία, που διήρκεσε 2 έτη και 4 μήνες, Επέστρεψε από την εξορία το 337 μ.Χ, μετά το θάνατο του Μ. Κων/νου, όταν οι υιοί του Κωνστάντιος, Κώνστας και Κωνσταντίνος Β΄, που είχαν διαμοιρασθεί την Ρωμαϊκή Επικράτεια, ανακάλεσαν τις πράξεις επιβολής της ποινής της  εξορίας των ευρισκομένων σε εξορία επισκόπων.

Στην επιστροφή του Αθανασίου στην Αλεξάνδρεια, αντέδρασαν οι αντίπαλοί του με σωρεία πολλών συκοφαντιών. Ο Αθανάσιος προσπάθησε να τις εξουδετερώσει με την σύγκληση συνόδου 100 επισκόπων, που διακήρυξαν την αθωότητα του. Οι  Αρειανοί όμως Επίσκοποι επέτυχαν να συγκληθεί από τον Αυτοκράτορα Κωστάντιο Β΄σύνοδος Επισκόπων στην   Αντιόχεια το 339 μ.Χ. η οποία επικύρωσε την καθαίρεσή των επανελθόντων από την εξορία Ορθοδόξων Επισκόπων, που στη συνέχεια εξορίστηκαν από τον Αρειαντιστή Κωνστάντιο. Οι εξόριστοι πήγαν στη Δύση, που υπήγετο στην εξουσία του  Κώνστα. Ο Αθανάσιος εξορίζεται στη Ρώμη. Εκεί ο  επίσκοπος Ρώμης Ιούλιος,  συγκαλεί σύνοδο Επισκόπων η οποία  αθώωσε τον Αθανάσιο. Ο  Κωνστάντιος εμμένει στην απόφαση της εξορίας  του Αθανασίου, παρά τη συνοδική απόφαση των Επισκόπων στη Ρώμη. Αποτέλεσμα η επιστροφή του Αθανασίου στην Αλεξάνδρεια να γίνει αργότερα το 346 μ.Χ.. Δηλαδή ο Αθανάσιος έμεινε 6 έτη στην δεύτερη εξορία του.

Το 350  ο Κωνστάντιος γίνεται μονοκράτορας όλης της Αυτοκρατορίας. Οι Αρειανοί επίσκοποι, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός αυτό,  κινήθηκαν  αποφασιστικά. Σε σύνοδο Επισκόπων καθαίρεσαν τον Αθανάσιο. Στη συνέχεια απεστάλη από τον Κωνστάντιο  ο  στρατηγός Συριανός, με σκοπό την εξόντωσή του. Ο Αθανάσιος φυγαδεύθηκε στη έρημο, όπου για έξι χρόνια διέφευγε τη σύλληψη με τη βοήθεια μοναχών. Εκείνη την περίοδο ο Αθανάσιος βρήκε την ευκαιρία να γράψει έναν πολύ μεγάλο αριθμό έργων του, ενώ ταυτόχρονα διεξήγαγε δριμεία εκστρατεία, ώστε να κατασταλεί κάθε αρειανή επιρροή.

Μετά το θάνατο του Κωνστάντιου, Αυτοκράτορας ανακηρύσσεται το 361 μ.Χ. ο Ιουλιανός. Το 362 μ.Χ. εξέδωσε διάταγμα περί επιστροφής  όσων είχε εξορίσει ο Κωνστάντιος και με βάση αυτό επέστρεψε και ο Αθανάσιος στην Αλεξάνδεια.

Με δογματική σταθερότητα και  διπλωματική ικανότητα το 362 μ.Χ. ο Αθανάσιος υπερασπίστηκε την Ορθοδοξία σε Επισκοπική Σύνοδο στην Αλεξάνδρεια. Άμεσα και αναπόφευκτα άρχισε η  σύγκρουσή του με τον Ιουλιανό. Ο μεν Ιουλιανός θέλει να επαναφέρει το καθεστώς της “πατρώας θρησκείας” του παγανισμού, ο δε Αθανάσιος μάχεται με όλες του τις δυνάμεις για την ενδυνάμωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ενάντια στον παγανισμό. Ο Ιουλιανός το ίδιο έτος 362 μ.Χ. διατάσσει την εξορία του. Ο Αθανάσιος  εξορίζεται στη Θηβαΐδα.

Όταν σκοτώθηκε ο Ιουλιανός τον Ιούνιο του 363 μ.Χ. ο Αθανάσιος επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου προχώρησε απρόσκοπτα το έργο του μέχρι τον Ιανουάριο του 364μ.Χ.,  οπότε πέθανε ο  Αυτοκράτορας Ιοβιανός και τον  διαδέχηκε στο ανατολικό τμήμα της Αυτοκρατορίας ο Ουάλης, ο οποίος ήταν οπαδός του Αρείου και επανέφερε την νομοθεσία του Κωνστάντιου Β΄, που κατοχύρωνε  επίσημο δόγμα τον Αρειανισμού. Με διάταγμά του εκδιώχθηκε από την Αλεξάνδρεια ο Αθανάσιος. Για 4 μήνες  κρυβόταν «εν πατρώο μνήματι». Στους τέσσερις μήνες όμως, φοβούμενος εξέγερση ο Ουάλης από την αγανάκτηση των κατοίκων της Αλεξάνδρειας, ανακάλεσε  από την εξορία τον Αθανάσιο. Έκτοτε μέχρι και τον θάνατο του το 373 μ.Χ. παρέμεινε στη θέση του ως Επίσκοπος Αλεξανδρείας.

Διετέλεσε Επίσκοπος για 46 έτη, εκ των οποίων τα 17 τα πέρασε σε 6 εξορίες που του επιβλήθηκαν από τους 4 Αυτοκράτορες υπερασπιζόμενος ενάντια στον Καισαροπαπισμό, την Ορθοδοξία και την αυτονομία της Εκκλησίας.

Από τους αντιπάλους παρουσιαζόταν στην τότε κοινωνία με την έκφραση «Athanasius contra mundum» ή «Ο Αθανάσιος εναντίον του κόσμου», ενώ από τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ήταν ο “ανυποχώρητος μαχητής” και γι΄αυτό του δόθηκε η προσωνυμία “στύλος της ορθοδοξίας”.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στο εγκώμιο του για τον Αθανάσιο γράφει ο βίος του ήτανε όρος, δόγμα και τρόπος, παράδειγμα για την επισκοπική ζωή κάθε ιεράρχου και νόμος οι εντολές και οι αποφάσεις του (ΡG 103 420 Β) και «ολίγα των εγκυκλίων εφιλοσόφησεν του μη δοκείν πάντα πάσι των τοιούτων των απείρως έχειν»  (ΡG 35 1088 Β). Εκεί όμως πού ενέσκυψε πιό πλατειά και πιό βαθειά ήταν η Αγία Γραφή. Αυτήν την έμαθε απ' έξω.

Μεγάλη επίδραση στη διαμόρφωση του ήθους του και στην πορεία της ζωής του, είχε η γνωριμία του με τον ασκητή Μέγα Αντώνιο, του οποίου και συνέγραψε την βιογραφία. Συνεδέθηκε μαζί του και από αυτόν πήρε ιδιαίτερα μαθήματα αγωνιστικότητας,  προσευχής, αρετής και αγιότητας.

Για τους σκληρούς αγώνες του υπέρ της ορθής πίστης και εναντίον της αίρεσης του Αρειανισμού, την πρακτική ζωή του και την αγιότητα του ονομάσθηκε από την Εκκλησία Μέγας.

Είναι ένας από τους μεγάλους  Πατέρες της Εκκλησίας του 4ου μ.Χ. αιώνα.  Επάξια   χαρακτηρίστηκε ως “ανυποχώρητος μαχητής” και πήρε  την προσωνυμία “στύλος της ορθοδοξίας”.

Παραθέτω τέλος επίκαιρα διαχρονικής αξίας αποσπάσματα των λόγων του: «Ἐάν ὁ ἐπίσκοπος ἤ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοί τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς ἀναστρέφονται καί σκανδαλίζωσι τόν λαόν, χρή αὐτούς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γάρ ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον ἤ μετ' αὐτῶν ἐμβληθῆναι ὡς μετά Ἄννα καί Καϊάφα εἰς τήν γέενναν τοῦ πυρός» (P.G. 35, 33). «Όποιος έχει εκπέσει απ’ την αλήθεια της πίστεως δεν είναι δυνατόν να καλείται Χριστιανός» (P.G 26, 596A.) «Όστις αν βούληται σωθήναι προ πάντων δει κρατείν την καθολικήν πίστιν ην ειμη είς έκαστος σώαν και αμώμητον τηρήσει άνευ δισταγμού εις τον αιώνα απολείται» (Σύμβολο Μέγα Αθανασίου 321).  «ων το φρόνημα αποστρεφόμεθα, τούτους από της κοινωνίας προσήκει φεύγειν» (βλ. Μ. Αθανασίου, Τοις τον μονήρη βίον ασκούσι P.G. 26, 1188ΒC).

* Ο Νικήτας Αποστόλου είναι συνταξιούχος δημοσίου, πρ. Τμηματάρχης του τέως Υπουργείου Γεωργίας