Η σχέση μας σήμερα με τη Δύση και τη Ρωσία…

on .

Ο πόλεμος του Πούτιν εναντίον της Ουκρανίας φανερώνει και μια άλλη πλευρά της Ελλάδας. Αυτό είναι το ζήτημα της σχέσης του ελληνικού λαού με τον ρωσικό, όπως αποκαλύπτεται από τις δημοσκοπικές μετρήσεις, από τις διάφορες συζητήσεις του κόσμου και από τις συνεντεύξεις σοβαρών αναλυτών. Η διαπίστωση δείχνει ότι πολλοί Έλληνες παρά τις θηριωδίες και τις απειλές του Πούτιν εκφράζουν τη συμπάθεια προς τον λαό της Ρωσίας. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η χώρα μας θα έπρεπε να ακολουθήσει σ’ αυτόν τον πόλεμο στάση ουδέτερη και να αποφύγει την εχθρική πρόκληση στη Ρωσία, κάτι που οι Ρώσοι αξιωματούχοι το δηλώνουν διαρκώς. Όμως θα πρέπει καταρχήν να επισημάνουμε ότι η εξωτερική πολιτική κάθε χώρας ρυθμίζεται κάθε περίοδο όχι με βάση το κοινό αίσθημα αλλά με εκτίμηση των γενικότερων συμφερόντων και στη βάση των διεθνών σχέσεων που η χώρα έχει αναπτύξει.

Άρα η Ελλάδα σήμερα, όντας μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, είναι σχεδόν αδύνατο να σχεδιάσει και να εφαρμόσει δικιά της σχέση με τη Ρωσία και να έρθει σε διαφωνία με τους συμμάχους της. Αν αυτή η πολιτική θα ωφελήσει ή όχι θα δείξει στην πορεία των εξελίξεων.

Είναι εύκολο να ερμηνεύσουμε τη φιλική διάθεση πολλών Ελλήνων προς το ρωσικό λαό ή την αμφισβήτηση της σύνδεσής μας με τη Δύση σε όλα τα πεδία. Μελετώντας το ιστορικό μας παρελθόν βλέπουμε ότι κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι Έλληνες, όπως και τα άλλα έθνη της Αυτοκρατορίας, είχαν εθιστεί στο θρησκευτικό πρόσημο και έδιναν σ’ αυτό μεγάλη βαρύτητα. Πίστευαν ότι η απελευθέρωση της Ελλάδας θα έρθει από «το ξανθό γένος», ενώ δεν περίμεναν καμιά βοήθεια από τους Καθολικούς ή Προτεστάντες Δυτικούς. Αυτό βέβαια δεν συνέβη ποτέ, γιατί η Ρωσία ως αυτοκρατορία έδειχνε ενδιαφέρον για όλους τους Χριστιανούς και με στόχο την αποδυνάμωση των Τούρκων για τα δικά της και μόνο συμφέροντα.

Στη συνέχεια με τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου στα 1827 οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, νίκησαν τον οθωμανικό στόλο και υποχρέωσαν διά των όπλων τους Τούρκους να υπογράψουν τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους (1830), του πρώτου στα Βαλκάνια. Από τα πρώτα χρόνια του νεοελληνικού κράτους πολλοί Έλληνες λόγιοι και έμποροι, έχοντας εξοικειωθεί με τις ιδέες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, προσπάθησαν και πέτυχαν να διαμορφώσουν σε πολιτικό και διοικητικό επίπεδο συνθήκες με δυτικό χαρακτήρα. Σ’ αυτό συνέβαλαν και αρκετοί Φιλέλληνες, οι οποίοι μετείχαν στον απελευθερωτικό αγώνα.

Στα χρόνια που ακολούθησαν ως τα σήμερα οι Δυτικοί με πολλές δράσεις αναμείχτηκαν στα ελληνικά πράγματα με αποτέλεσμα το ελληνικό κράτος να πάρει δυτική ταυτότητα και να εξαρτηθεί καθολικά από τη Δύση. Σ’ αυτό συνέβαλαν πόλεμοι, εθνικές ήττες, δάνεια, συνθήκες συνόρων, βασιλιάδες και γενικά παράγοντες που καθορίζουν τη μοίρα και τον προσανατολισμό ενός μικρού και αδύναμου κράτους. Επίσης να μην ξεχνάμε και τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισε ο εμφύλιος πόλεμος του 1946-49, οπότε η Αγγλία αρχικά και ύστερα η Αμερική όρισαν τα πλαίσια λειτουργίας του ελληνικού κράτους.

Αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων κατά τρόπο φυσικό και απόλυτο διαμόρφωσε και το δόγμα «ανήκομεν εις την δύσιν» και έτσι η Ελλάδα εντάχτηκε στη Δύση οικονομικά, πολιτικά και θεσμικά. Αυτή είναι η πραγματικότητα, η οποία σήμερα θεωρείται χρήσιμη και αναγκαία.

Αλλά δεν μπορούμε να ξεχνάμε ότι στα χρόνια της σκλαβιάς οι Έλληνες βρήκαν καταφύγιο στη ρωσική αυτοκρατορία, όπου αναδείχτηκαν σε μεγάλους οικονομικούς παράγοντες. Οι έμποροι και οι λόγιοι, εγκατεστημένοι στη Ρωσία βοήθησαν καθοριστικά το ελληνικό γένος και στήριξαν τον επαναστατικό αγώνα και στέριωσαν τα θεμέλια του νεοελληνικού κράτους. 

Στη ρωσική αυτοκρατορία ίδρυσαν ελληνικές σχολές και έδωσαν τον φωτισμό λόγιοι σοφοί, όπως είναι ο Γ. Γενάδιος, ο Αθ. Ψαλίδας και τόσοι άλλοι. Μήπως οι περισσότεροι από τους Μεγάλους Εθνικούς μας Ευεργέτες εκεί δεν μεγαλούργησαν και με τις περιουσίες τους δεν όρθωσαν τη φτωχειά και ανήμπορη Ελλάδα;

Αυτοί είναι οι λόγοι που σήμερα πολλοί των Ελλήνων νιώθουν συμπάθεια προς τον ρωσικό λαό, όχι όμως και προς την πολιτική του Πούτιν.

Χάρης Λεοντάρης