Η φέτα είναι μια και Ελληνική!..

on .

 Αφορμή γι’ αυτό το άρθρο στάθηκε το πρόσφατο περιστατικό της νοθευμένης με αγελαδινό γάλα φέτας ΠΟΠ στη αγορά της Γερμανίας.

Γεγονός που καταγγέλθηκε αμέσως από την Διεπαγγελματική της Φέτας, αλλά δημιουργεί επιπρόσθετα προβλήματα στο πολύπαθο εθνικό μας προϊόν. Προβλήματα που έρχονται να προστεθούν στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η φέτα από τις συμφωνίες ΕΕ με Καναδά και Ν. Αφρική

και τους πλημμελείς ελέγχους εντός ΕΕ για όλα τα λευκά τυριά άλμης που κυκλοφορούν με την ονομασία φέτα.
Με τις συμφωνίες SADC με Ν. Αφρική και CETA με τον Καναδά, παρέχεται πλήρης προστασία εντός των αγορών τους, όλων των ΠΟΠ ευρωπαϊκών τυριών, πλην φέτας. Οι συμφωνίες προβλέπουν ότι οι υφιστάμενοι παραγωγοί και έμποροι λευκών τυριών άλμης των δυο χωρών που τα διαθέτουν με την ονομασία φέτα, μπορούν να το κάνουν στο διηνεκές, αρκεί να αφαιρέσουν σύμβολα, ονομασίες και εικόνες που παραπέμπουν στη χώρας μας. Ενώ οι νεοεισερχόμενοι υποχρεούνται να τα διαθέτουν με την ένδειξη ή feta- style η feta- type. Στην πραγματικότητα αυτό δεν συμβαίνει. Σε όλο τον κόσμο κυκλοφορούν λευκά τυριά με την ονομασία φέτα, με σύμβολα και εικόνες που παραπέμπουν στη χώρα μας. Το ίδιο συμβαίνει και με το ελληνικό γιαούρτι.
Οι εν λόγω συμφωνίες έχουν ήδη ολοκληρωθεί, εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο υπουργών της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και μένει η κύρωση τους από τα εθνικά κοινοβούλια των συμβαλλόμενων μερών. Απομένει το τελικό στάδιο για να ξεκινήσει η επίσημη εφαρμογή τους καθώς η προσωρινή εφαρμογή έχει ήδη αρχίσει. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να κατανοήσει το πρόβλημα που δημιουργούν οι παραπάνω συμφωνίες στο πιο εμβληματικό μας προϊόν. Γεννάται όμως το ερώτημα γιατί η ΕΕ δεν προστάτεψε, ως όφειλε, τη φέτα, τη στιγμή που συμπεριλαμβάνεται στα 232 ΠΟΠ τυριά της και τι έκανε η χώρα μας γι’ αυτό.
Θυμίζω στο σημείο αυτό ότι η διαμάχη με τους ανταγωνιστές μας για τη φέτα άρχισε το 1984, κράτησε 21 περίπου χρόνια και τελείωσε με την απόφαση (92/05/ΕL) του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το 2005. Το ΔΕΚ αποφάσισε ότι η ονομασία φέτα δεν είναι κοινή (generic) αλλά προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ) ενός παραδοσιακού ελληνικού τυριού με συγκεκριμένες προδιαγραφές, που παρασκευάζεται σε οριοθετημένες με νόμο περιοχές της χώρας: Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησο και Λέσβο. Αναλογία στο γάλα: 70% πρόβιο και 30% γίδινο.
Η παραπάνω απόφαση εξασφάλισε το μονοπώλιο της ονομασίας εντός της ΕΕ, υποχρέωσε τις άλλες χώρες της ΕΕ να μη πωλούν τυριά με την ονομασία φέτα, καθώς και τρίτες χώρες εντός ΕΕ. Στέρησε όμως το δικαίωμα σε πολλές περιοχές της χώρας μας να παράγουν φέτα. Παρόλα αυτά, η απόφαση έδωσε προοπτικές στο εθνικό μας προϊόν και όπως ήταν αναμενόμενο, ενόχλησε τους ανταγωνιστές εντός και εκτός ΕΕ, οι οποίοι δεν έπαψαν ποτέ να αναζητούν τρόπους τροποποίησης η και ακύρωσης της. Για τη χώρα μας όμως το σύνθημα, που δικαιώθηκε πλήρως, ήταν και πρέπει να παραμείνει: «η φέτα είναι μία και ελληνική!»
Αναμφίβολα η φέτα έχει δεσμό αιώνων με τη χώρα μας. Συνδέεται άρρηκτα με τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις και την ιστορία μας και αποτελεί μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Κατά κανόνα τα αγαθά αυτά είναι ανεκτίμητα. Δεν πωλούνται, δεν διαιρούνται, δεν ανταλλάσσονται, δεν δανείζονται, απλά κληρονομούνται. Το γεγονός ότι κάποιες χώρες, όπως η Νότια Αφρική και ο Καναδάς χρησιμοποιούν αντιδεοντολογικά, καταχρηστικά και παράτυπα την ονομασία φέτα, σε καμία περίπτωση η πράξη αυτή δεν δημιουργεί κεκτημένα δικαιώματα (grandfathering). Αντίθετα, οι χώρες αυτές πρέπει να υποχρεωθούν να εναρμονίσουν τη νομοθεσία και τις πρακτικές τους με αυτές των 28 χωρών μελών της ΕΕ που έχουν μεγάλη παραγωγή τυριών με ιδιότυπα χαρακτηριστικά (ΠΟΠ) και όχι να ανταμειφθούν για αντιδεοντολογικές και παράτυπες πρακτικές παραχωρώντας τους, εις το διηνεκές, τη χρήση της ονομασίας φέτα.
Η χώρα μας όμως αντί να αξιοποιήσει στο έπακρον την απόφαση του ΔΕΚ και να κινηθεί στα πρότυπα της Ιταλικής παρμεζάνας και του γαλλικού ροκφόρ, υπέδειξε διαχρονική ανεπάρκεια στη διαχείριση και τη στρατηγική του εθνικού μας προϊόντος. Η δε Διεπαγγελματική οργάνωση της φέτας συστήθηκε πρόσφατα, περνώντας από σαράντα κύματα! Δύο όμως είναι τα μελανά, πολιτικά, σημεία που χρήζουν απαντήσεων: Το πρώτο αφορά την εξαίρεση της φέτας από τα ευρωπαϊκά ΠΟΠ τυριά στις συμφωνίες της ΕΕ με τρίτες χώρες (2013) επί εποχής ΝΔ και το δεύτερο την απροθυμία υποβολής βέτο στην κύρωση των συμφωνιών (2017) από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει μέχρι σήμερα διεθνής νομολογία στο πλαίσιο της οποίας διάφορες χώρες θα μπορούσαν να κατοχυρώσουν προϊόντα τους με ιδιότυπα χαρακτηριστικά. Μόνο η ΕΕ στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (Κ.Α.Π.) των χωρών μελών της, νομοθέτησε τη δυνατότητα κατοχύρωσης, προστασίας και προβολής προϊόντων τους με ιδιότυπα χαρακτηριστικά (Κανονισμοί 2081/1992 και 510/2006). Με βάση δε τον πρώτο κανονισμό η χώρα μας κατοχύρωσε 21 παραδοσιακά τυριά της, μεταξύ των οποίων και τη φέτα, για την ονομασία και τις προδιαγραφές της οποίας έχουν ήδη δημοσιευτεί δύο πολιτικές αποφάσεις: Κανονισμοί 1107/1996 και 1829/2002 και μια δικαστική: Δ.Ε.Κ. απόφαση 92/05/EL.
Είναι αυτονόητο ότι κανένας στην Ε.Ε. δεν δικαιούται να ενεργεί εκτός αυτού του νομικού πλαισίου, τουλάχιστον όσο χρόνο ισχύει και μάλιστα εν αγνοία των Ελλήνων κτηνοτρόφων και τυροκόμων στους οποίους αποδεδειγμένα ανήκουν τα πνευματικά δικαιώματα της φέτας. Εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με ή χωρίς πρόθεση δεν υπερασπίστηκε τα συμφέροντα χώρας- μέλους της ΕΕ στις συμφωνίες με τρίτες χώρες. Το ζητούμενο είναι τι έπραξε και πως χειρίστηκε το θέμα η ελληνική πλευρά. Απομένει να δούμε τη στάση όλων των κομμάτων όταν οι συμφωνίες θα έρθουν προς επικύρωση στη Βουλή.
Το πρόσφατο περιστατικό νοθείας δεν πρέπει όμως να αμαυρώσει τη συνολική προσπάθεια στήριξης του εθνικού μας προϊόντος. Ο δρόμος είναι μακρύς και δύσκολος. Ο διεθνής ανταγωνισμός δεν συγχωρεί ερασιτεχνισμούς και λάθη. Η πολιτεία οφείλει να πάρει άμεσα μέτρα στήριξης της κτηνοτροφίας, να αυξήσει τους ελέγχους στην παραγωγή, να σταματήσει τις ελληνοποιήσεις και να κινητοποιήσει την οικονομική διπλωματία στις διεθνείς αγορές. Το μεγαλύτερο όμως βάρος πέφτει στη Διεπαγγελματική οργάνωση της φέτας. Τα πρώτα δείγματα γραφής του νεοσύστατου φορέα με την άμεση αντίδραση του στην περίπτωση της συγκεκριμένης νοθείας κρίνονται θετικά!