Ένα σπουδαίο μάθημα ζωής…

on .

Αφορμή για το σημερινό επιφυλλιδικό σημείωμα στάθηκε το μεγαλείο ενός  Ολυμπιονίκη, στο οποίο υποκλίθηκε το σύνολο της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας του τόπου, αλλά και όλος ο ελληνικός λαός. Και όχι για τα Ολυμπιακά του μετάλλια, τα οποία μάλιστα κατόπιν επιθυμίας του θα δημοπρατηθούν για να δοθούν τα χρήματα σε δομές προστασίας  των παιδιών, αλλά κυρίως σε ό,τι αφορά το αποτύπωμά του από το πέρασμα από τη ζωή, αυτό που επισημαίνει και εκείνος στο τελευταίο του σημείωμα. 

Στον τελευταίο του αγώνα, ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης  έδειξε την ίδια παληκαριά, την ίδια γενναιότητα με την οποία έμπαινε στα γήπεδα και κέρδιζε τις μάχες της ζωής του με σπουδαίο απολογισμό. Το άθλημα, άλλωστε, που με τόση επιτυχία υπηρέτησε στη μακρά αθλητική του διαδρομή, το αρχαιότατης κορεάτικης καταγωγής Τάε-Κβον- Ντο («η Τέχνη των χεριών και των ποδιών» στην ελληνική απόδοση) με βασικές αρχές την Ευγένεια, την Ακεραιότητα, την Επιμονή, τον Αυτοέλεγχο και το Ακατάβλητο πνεύμα συνηγορούσαν σε κάτι τέτοιο. Είναι απέραντος ο θαυμασμός για τον τρόπο που αυτός ο άνθρωπος, μόλις στα 43 του χρόνια, αντιμετώπισε την επιθετική ασθένεια. Δεν μίλησε για θυμό, χαρακτήρισε εγωιστική την αναφορά «γιατί σε μένα» που «ανθρώπινα» λέμε οι περισσότεροι όταν κάτι κακό  μάς συμβαίνει. 

Ωστόσο, το συγκλονιστικό κείμενο του Αλέξανδρου Νικολαϊδη, που γράφτηκε με πλήρη συνείδηση του επικείμενου θανάτου του, είναι αυτό που περιγράφει όχι μόνο τη μάχη του με το καρκίνωμα Nut (σπανιότατη μορφή καρκίνου), αλλά κυρίως, τα σημαντικά στη ζωή. Αποτελεί τη δημόσια διαθήκη του και είναι πραγματικά σπουδαίο. Γράφει ο Αλέξανδρος στο τελευταίο του σημείωμα: «Θα ξεκινήσω με αυτό το κλισέ, ότι για να διαβάζετε τώρα αυτήν την δημοσίευση μου, μάλλον έχω φύγει για κάπου καλύτερα ή και για το πουθενά. Δύο χρόνια, βασανίστηκα κι εγώ με τον καρκίνο. Με έναν τόσο σπάνιο τύπο καρκίνου, το καρκίνωμα nut, που αυτή τη στιγμή εννέα στους δέκα Έλληνες γιατρούς που το διαβάζουν, το ακούν για πρώτη φορά και θα σπεύσουν να το ψάξουν. Ευτυχώς ο δικός μου γιατρός, ο υπέροχος Γ. Μπ. που με πήρε από το χέρι στο πιο δύσκολο ταξίδι της ζωής μου, τον γνώριζε αυτόν τον σπάνιο τύπο και έκανε τα πάντα για να με σώσει ή να μου χαρίσει λίγη παραπάνω ζωή. Κίνησε γη και ουρανό, να φέρει φάρμακα κυριολεκτικά από την άλλη άκρη της γης για να τα δοκιμάσω. Δύο χρόνια δεν είπα ποτέ "Γιατί σε εμένα"; Δεν υπάρχει πιο εγωιστική σκέψη από αυτή. Σε κάποιον τυχαίνει, στον διπλανό μας, στον γείτονά μας, στον συνάνθρωπό μας. Και πλέον τυχαίνει σε πολλούς. Αν βάλω ένα πρόσημο τύχης στη ζωή μου, θα σας πω ακόμα και τώρα, ότι ήμουν τυχερός άνθρωπος. Είχα την ευλογία να κάνω τα όνειρα μου πραγματικότητα, να ανέβω στο βάθρο πολλές φορές, να δοξάσω τον αθλητισμό και την χώρα μου, να γνωρίσω ανθρώπους από όλον τον κόσμο, να μάθω το σεβασμό, την ευγενή άμιλλα, αξίες τόσο σημαντικές και να προσπαθήσω να τις κάνω πράξη και στη ζωή μου».

Ο Αλέξανδρος έδωσε σε όλους μας ένα σπουδαίο μάθημα ζωής. Ότι, όπως αναφέρει ο Πλάτων (427- 347 π,Χ), «ου το ζην, αλλά το ευ ζην περί πλείστου ποιητέον» , αυτό που αξίζει δεν είναι απλά να ζεις , αλλά να ζεις με ποιότητα.Σ΄αυτό, δηλαδή, το πρόσκαρο πέρασμά μας από τη ζωή, να αφήσουμε το δικό μας  μοναδικό αποτύπωμα, όπως μοναδικοί και ανεπανάληπτοι γεννηθήκαμε. Και το αποτύπωμά μας αυτό δεν έχει να κάνει με το τι αποκτήσαμε, την περιουσία και τα πλούτη μας, αλλά με το τι καταφέραμε ως άνθρωποι στον κόσμο που ως θείο δώρο ήρθαμε. Ποια ήταν η προσφορά μας στο κοινωνικό σύνολο από όποιο μετερίζι κι αν βρεθήκαμε. Αν και μεις μπορέσαμε να βάλουμε ένα έστω πετραδάκι στο οικοδόμημα του ανθρώπινου πολιτισμού, αν τον προχωρήσαμε ένα χιλιοστοστόμετρο έστω μπροστά. 

«Κι έναν πόντο πιο ψηλά να πάτε, άνθρωποι, θα σας πει ευχαριστώ ο Θεός», είναι η υπόμνηση στον καθένα μας του Νομπελίστα ποιητή μας Οδυσσέα Ελύτη (« Εκ του πλησίον»). Έχει να κάνει με την προσπάθειά μας να επενδύσουμε στο «είναι» και όχι στο «έχειν». Με τον καθημερινό μας αγώνα να γινόμαστε μέρα με τη μέρα καλύτεροι. Πιο χρήσιμοι στους δικούς μας, αλλά και στους διπλανούς μας. Και αν δεν μπορούμε να κάνουμε το καλό, τουλάχιστο να μη βλάπτουμε κανέναν. Γιατί, «Αν θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι», όπως σημειώνει ο ποιητής (Τάσος Λειβαδίτης), οφείλουμε να μη πάψουμε ούτε στιγμή να αγωνιζόμαστε για την ειρήνη και για το δίκιο.

Στην παγκοσμιοποιημένη «κοινωνία των λυκανθρώπων» που ζούμε, της κυριαρχίας του δίκιου του ισχυρού («το δίκαιο της πυγμής» το χαρακτήριζε ο Ευ. Παπανούτσος) και της εκμετάλλευσης, της ηθικής έκπτωσης και της πνευματικής αβιταμίνωσης, του «φιλοτομαρισμού» και της ιδιοτέλειας, του καταναλωτισμού και της κίβδηλης ευημερίας, της ακρωτηριασμένης,παρά της διατυμπανιζόμενης «πλέριας» δημοκρατίας (με την ισονομία και τη δικαιοσύνη, τους δύο πυλώνες της κατακρημνισμένους), της κοινωνίας του θεαθήναι και του φαίνεσθαι, η προσωπική μας αντίσταση σε όλα αυτά, καθιστά το αποτύπωμά μας στη ζωή σημαντικό και δικαίωση της ετυμολογίας του σπουδαίου ονόματος που φέρουμε  ως ανθρώπινα όντα (άνθρωπος < άνω + θρώσκων, δηλαδή αυτός που ατενίζει ψηλά), κατορθώνοντας τον ύψιστο σκοπό στη ζωή, την «τελείωσή» μας, ή, με θρησκευτικούς όρους, τη «θέωσή» μας, ως εικόνα και ομοίωση του Δημιουργού. Αλλιώς, παραφράζοντας  το γνωστό «veni, vidi, vici» (ήλθον, είδον, ενίκησα) του Ιούλιου Κάσαρα, σ΄ αυτό τον κόσμο απλώς: ήρθαμε, είδαμε και απήλθαμε...